Σοβαρά και ευτράπελα. Του Βαγγέλη Μπάκα

 

 «Καλώς ήρθες Νίκο.  Έμαθα πως πήγες στην πρωτεύουσα. Πώς τα πέρασες;».

«Ποιος σου το είπε;».

«Ο κολλητός σου ο Δήμος. Ποιος άλλος! Πώς τα πέρασες είπα;».

«Παραδεισένια…».

«Έμαθα πήγες και στην Ακρόπολη».

«Μόνο μια φορά; Γι αυτήν κατέβηκα. Ξεπαραδιάστηκα!…».

«Γιατί πήγες τόσες φορές!… Δεν είναι και για χόρταση αυτό το κατάστημα της θεάς Αθηνάς…».

«Ξέρεις και την αφεντικίνα βλέπω! Τέτοια κάλη και ομορφιά δεν χορταίνονται… Κώστα!».

«Τι σου έκανε μεγαλύτερη εντύπωση;».

«Οι γυναίκες! Τι άλλο!… Τις κολώνες με τα υπόλοιπα ντεκόρ θα θαύμαζα;».

«Τις Καρυάτιδες θα εννοείς!…».

«Α μπα! Δεν υπήρχαν κορεάτιδες… Οι πιο πολλές ήταν ρωσίδες και βουλγάρες…».

«Σοβαρά μιλάω! Άσε την πλάκα τώρα».

«Μα στην Πλάκα είναι η Ακρόπολη!…».

«Οι κολώνες δεν σου έκαναν εντύπωση; Μόνο τα αγάλματα θαύμασες;».

«Σαν ντεκόρ, δε λέω, ήταν πάρα πολύ ωραίες. Οι ποδάρες όμως των ρωσίδων με τις τορνευτές γάμπες, και τις μπουτάρες, ήταν άλλο πράμα. Καυτές! Τα κρύα μάρμαρα θα ζήλευα μωρέ Κώστα!».

«Η ηλικία αυτού του θαύματος δεν σου έκανε καθόλου εντύπωση!».

«Εγώ τις έκοψα όλες για πιτσιρίκες. Κάποιες μπορεί να ήταν και ανήλικες!…».

«Έλα! Σοβαρέψου λιγάκι! Ξέρεις πότε χτίστηκε η Ακρόπολη;».

«Ούτε ξέρω κι ούτε θέλω να μάθω. Ίσως να την κάνανε και αναπαλαίωση!».

«Αναπαλαίωση την Ακρόπολη! Είσαι καλά; Πιο παλιά δεν γίνεται…».

«Εκείνο όμως για το οποίο είμαι σίγουρος είναι πως άνοιξε πέρυσι το καλοκαίρι. Με ξεπαράδιασαν σου λέω. Κι ας πήγα συστημένος! Άσε τα ποτά με τα φιλοδωρήματα στους θεοκόμματους! Τύφλα να έχει η θεά Αθηνά που την είχαν και σε άγαλμα! Υπάρχει ζεστό μάρμαρο!…».

«Καλά! Για ποια Ακρόπολη μου μιλάς τόση ώρα, κι εγώ νομίζω πως αστειεύεσαι!».

«Για το μπαρ Ακρόπολη στην Πλάκα! Πλάκα μου κάνεις!…».

«Όχι βρε ούφο! Δεν κατάλαβες! Εγώ εννοούσα τον Ναό της θεάς Αθηνάς!».

«Τι δουλειά έχω εγώ στις εκκλησίες και στα κοτρώνια! Μια ζωή μ’ αυτά παιδεύομαι. Σε νταμάρι δουλεύω. Ξέρεις τι θα πει ολοτσίτσιδη ρωσίδα χορεύτρια! Λάστιχο κορμί, κι όχι σαν τις δικές σου κορεάτιδες! Άκου κατέβηκα να δω τις κολώνες από μάρμαρο! Κι αυτές, δε λέω, από κώλο… αρχίζουν, αλλά παραείναι κρύες…».

«Καρυάτιδες θα τις λες, εάν δεν θέλεις να γίνεις κι άλλο ρεζίλι!…».

«Γιατί; Σπάνε καρύδια;».

«Τα καρύδια τα σπάει άλλο εργαλείο… Πήγαινε τώρα στο νταμάρι που σε περιμένει! Χαζοντάμαρο! Ε χαζοντάμαρο!…».

«Θα πάω Κώστα, αλλά θέλω μια χάρη από σένα. Αυτά που είπαμε να μην τα πεις στο Δήμο, γιατί θα γίνω κι άλλο ρεζίλι. «Τα εν Νίκο ου εν Δήμο!» που λένε.

Τελικά μόνο από το μεγάφωνο του δήμου δεν τα ανακοίνωσε ο εχέμυθος… Κώστας. Αλλιώς πώς θα τα μαθαίναμε!