Σοβαρά και ευτράπελα. Του Βαγγέλη Μπάκα                           

 

Στο ΚΑΠΗ αυτό τα λέγανε όλα. Κι όσοι δεν είχαν δόντια και δε φορούσαν μασέλα τα λέγανε, στην κυριολεξία, έξω από τα δόντια…

Όποιος έκανε παρέα με το Μπεκάτσα, μάθαινε τα πάντα για τα εφόδια του κυνηγού και τον τρόπο του κυνηγιού, αλλά θεωρητικά.

Όποιος έκανε παρέα με το Μαρίδα, μάθαινε τα πάντα για τα σύνεργα της ψαρικής και τον τρόπο του ψαρέματος φυσικά αλλά, και πάλι θεωρητικά.

Όποιος έκανε παρέα με το Γιάννη Μπούφο (επίθετο κι αυτό να σου τύχει) μάθαινε για όλες τις ποικιλίες των μανιταριών. Θα μου πείτε τι σχέση έχει ο μπούφος με τα μανιτάρια! Έχει και παραέχει. Κι αν δεν είχε, τον έκανε ο δήμος να έχει. Σε όλα τα συμπλέγματα των μανιταριών, τα οποία κοσμούν την πόλη μας, ο μπούφος κάθεται στην κορυφή λες και τα κλωσάει… Σαν κερασάκι στην τούρτα!

Όποιος έκανε παρέα με τον καπετάν-Λαχτάρα μάθαινε για όλες τις μάχες, στις οποίες είχε πάρει μέρος κατά τον εμφύλιο, και για τα κατορθώματά του, εκτός φυσικά από τη μάχη στο Γρανικό ποταμό…

Όποιος έκανε παρέα με τον κύριο Λάπτοπ, μάθαινε τα πάντα για τα κινητά, τα κομπιούτερ, και γενικά για την υψηλή τεχνολογία, αλλά πρακτικά. Κι αυτό γιατί το λάπτοπ δεν το αποχωρίζεται ποτέ. Κι όταν βλέπει κάποιος τον κύριο Λεωνίδα Ζαργάνα να δρασκελίζει το ΚΑΠΗ λέει: Τι δουλειά έχει ο διευθυντής της Εθνικής τράπεζας με τους παππούδες; Να μην του κολλήσουν το λάπτοπ και για παρατσούκλι!

Κι όποιος έκανε παρέα με τον βοσκό Γκλίτσα, μάθαινε τα πάντα για τη βοσκή του κοπαδιού. Κι αν ξεκινούσε την κουβέντα από το ξεκίνημά του για το χειμαδιό της Χαλκιδικής, άντε να φτάσει στο δεύτερο πόδι με τα διακόσια μέτρα την ώρα που περπατούσανε τα γιδοπρόβατά του βοσκώντας!

Όλοι αυτοί οι τύποι είχαν και το ακροατήριό τους. Ήταν μικρά θεατράκια με σκηνικό και πλατό ένα τραπέζι με μερικές καρέκλες γύρω τους. Το μόνο τραπέζι που είχε μόνο δυο άτομα ήταν αυτό του Λάπτοπ με του Γκλίτσα. Κι αυτό, γιατί κανένας άλλος δεν θα μπορούσε να τους παρακολουθήσει. Ήταν τόσο κουραστικοί!

Είχαν συμφωνήσει να μοιράζονται την κουβέντα ακριβοδίκαια. Τη μια μέρα μιλούσε ο Λάπτοπ για το ιντερνέτ. Και την άλλη ο Γκλίτσας για το κοπάδι. Λες και ήταν ετερήμεροι, σαν τους Διόσκουρους! Άντε να δέσει το λάπτοπ με την γκλίτσα! Άντε να δέσει ο συνταξιούχος υπάλληλος της Εθνικής Τράπεζας με το συνταξιούχο του ΟΓΑ. Κι όμως, τα βρίσκανε. Μόνο που, ενώ ο Γκλίτσας θαύμαζε το εργαλείο του κυρίου Λάπτοπ, Ο Λάπτοπ λυπότανε το φίλο του για την κρανίσια γκλίτσα και τον παλιμπαιδισμό του. Δε χόρταινε να του μιλάει με νοσταλγία για τα παλιά.

Αυτά τα παρατσούκλια, Λάπτοπ και Γκλίτσας, είχαν ως ανάδοχο κάποιο θαμώνα. Στον κύριο Ζαργάνα μάλιστα δώσανε και δεύτερο παρατσούκλι. Τον βαφτίσανε και  ίντερνετ! Να μην ακουγότανε σαν αγγλοσάξωνας! Ο κύριος Λάπτοπ Ιντερνέτ!…

Κάποια μέρα ο κύριος Λάπτοπ είχε ξεχάσει το εργαλείο του στο σπίτι και κάλεσε το φίλο του Γκλίτσα για καφέ. Πού; Πού αλλού! Στο ίντερνετ καφέ! Φυσικά αυτή ήταν και η φίρμα του καταστήματος. ‘‘Ίντερνετ καφέ’’:

«Παρακαλώ έναν καπουτσίνο!…» είπε ο κύριος Λάπτοπ στην κοπέλα η οποία, με το που καθίσανε, είχε πλευρίσει το τραπέζι τους για να πάρει την παραγγελία.

«Ο κύριος;» είπε απευθυνόμενη στον Γκλίτσα.

«Έναν ίντερνετ καφέ…» είπε ο Μήτρος Κουσιώρας.

«Μας τελείωσε…» του είπε η κοπέλα νομίζοντας πως είχε αστειευτεί.

«Τότε κι εμένα έναν πουτσίνο…».

Και να! Πάνω στην ώρα ήρθε το λάπτοπ. Το είχε φέρει ο γιος του κυρίου Λάπτοπ!

Ο κύριος Γκλίτσας κρατούσε την γκλίτσα στο χέρι, ως σήμα κατατεθέν. Κι ο κύριος Λάπτοπ είχε μπροστά του, τι άλλο από το λάπτοπ!… Κι όταν έπαιρνε το λόγο ο προοδευτικός τραπεζίτης μιλούσε με τέτοια κομπορρημοσύνη, λες και το κομπιούτερ το είχε εφεύρει ο ίδιος. Κι όπως πάντα, μετά από την θεωρητική εξάσκηση συνέχιζε με την πρακτική, λέγοντας στον Γκλίτσα:

«Άμα πατήσεις αυτό το κουμπί, Γκλίτσα, κάνει τα γράμματα πιο μεγάλα. Άμα πατήσεις αυτό, τα κάνει κόκκινα. Κι άμα θέλεις να βρεις κάτι άλλο, οτιδήποτε, θα το βρεις μέσα σ’ αυτό το κουτί. Εδώ βρίσκεται όλος ο κόσμος…».

«Ε, όχι κι όλος ο κόσμος!» του είπε ο Γκλίτσας με έκδηλη αμφιβολία.

«Μα αφού χθες μίλησα με τον αδερφό μου στην Αυστραλία και τον έβλεπα ταυτόχρονα! Αμφιβάλλεις;».

«Πφφ… Έκλασε πάλι ο χοντρός από δίπλα. Μάλλον τουρσί θα έφαγε. Εγώ δε θα σου βάλλω να μου βρεις τόσο δύσκολα και μακρινά, αλλά κάτι που κυκλοφορεί ανάμεσά μας! Πιάσε την πορδή του χονδρού στο κομπιούτερ άμα μπορείς!…».

«Αμέσως. Μισό λεπτό να γράψω αναζήτηση!».

«Μη βιάζεσαι. Πες το χοντρό να μας κάνει ακόμα μια δωρεά… Τον βλέπω πολύ σκεφτικό. Σαν μωρό την ώρα που τα κάνει…».

Ο κύριος Λάπτοπ, μετά το γράψιμο της πορδής, είπε στον Γκλίτσα:

«Τώρα θα πατήσω έντερ και θα μάθεις τα πάντα».

«Αυτό το κουμπί έχεισχέση;… με το έντερο!».

«Δεν έχω χέσει, αλλά μη με διακόπτης».

Ο Λάπτοπ πάτησε έντερ και να τη η πορδή σε πέντε αράδες:

(…) Πορδή! Η κοινή πορδή είναι αυτή η οποία ακούγεται πιο συχνά από όλες. Η ενδόμυχη πορδή δραπετεύει όταν κάποιος θέλει τόσο πολύ να κλάσει, αλλά, δεν του το επιτρέπει το περιβάλλον. Αυτή είναι η δόλια πορδή. Υπάρχουν διάφορα είδη πορδών. Υπάρχει η υγρή, η σφιχτή, η σκαστή, η τριζάτη, η κομπολογάτη κ.ά. Έχουν όμως και ένα κοινό παρονομαστή! Όλες πετάγονται, όχι σαν πορδές, αλλά ως πορδές!  (…)

«Είδες που είχα δίκιο;» είπε ο κύριος Λάπτοπ.

«Δε γίνεται να ακούγονται κιόλας;».

«Ό,τι θέλει ο πελάτης… Μισό λεπτό Γκλίτσα».

Σε λίγο ακούστηκε από το λάπτοπ ένα παρατεταμένο τζούουουτ και ο χοντρός του διπλανού τραπεζιού σηκώθηκε για καβγά. Οπότε ο τραπεζίτης λέει στο βοσκό:

«Είδες φίλε μου ποια είναι η διαφορά μεταξύ ενδόμυχης και ξεδιάντροπης πορδής; Δε φτάνει που μας καταβρόμισε ο χοντρός, ζητά και τα ρέστα από πάνω».

«Πω πω! Τι τεχνολογία είναι αυτή!…» είπε ο Γκλίτσας!

«Δεν είδες τίποτα ακόμα».

«Για ψάξε να βρεις και καμιά έγχρωμη πορδή…».

«Για την ώρα υπάρχουν μόνο αρωματικές…».

«Σοβαρά μιλάς τώρα! Πόσα θέλεις να μας κουφάνεις! Σιγά μην ανακαλύψουν  και πορδοκολώνιες οι επιστήμονες…».

«Αυτές είναι παλιό μοντέλο!… Πού ζεις βρε ΚαραΜήτρο! Καλά! Δεν άκουσες να λένε για κάποιους οι οποίοι έκλασαν μέντες!… Τρομοκρατήθηκαν! Ή και πατάτες ακόμα!…».

«Εύχομαι τέτοιες να κλάσει κι ο Ερντογάν! Κι ας μοσχοβρομούν!…».

            «Προηγήθηκαν οι δικές μας στα Ίμια. Τι έριξε ο Σημίτης με τον Πάγκακο!…».

            Υ.Γ Χρόνια πολλά στο Μήτρο Γκλίτσα. Και ιδιαίτερα στον προστάτη, από τον κορονοϊό, Πατέρα Τερέζο!…