Της αγιογράφου, κριτικού τέχνης- βιβλίου Μαριλένας Φωκά (ΜΑ)

 

Η αναφορά του Μάνου Χατζηδάκη στον εκφραστή της σιωπηλής τέχνης της αλήθειας και η δική του προσέγγιση στην κριτική!

 

Η γυναίκα είναι το κυρίαρχο θέμα στη ζωγραφική του Γιώργου Σταθόπουλου. Συνήθως αποτυπώνεται σε νεαρή σχετικά ηλικία. Σχεδιαστικά έχει αρκετή ελευθερία  με παραμορφώσεις και εξπρεσιονιστικά στοιχεία στην απόδοση ενώ δίνεται ιδιαίτερη έμφαση στην  πλαστικότητα. Η κόμη των μορφών είναι μακριά και ανέμελη και στις αποδόσεις αναδύονται μυθολογικά και αρχαιοελληνικά αρχέτυπα. Η παλέτα του δημιουργού κινείται σε θερμά χρώματα επεξεργασμένα με επιμέλεια, με απαλές μεταβάσεις και χρωματικά κοντράστ στο φόντο. Η προοπτική δεν παρουσιάζεται στα έργα ενώ υπάρχουν ιδιαίτερες αναφορές σε σύγχρονες πόλεις στις οποίες εισάγονται εμβόλιμα στοιχεία από το φυτικό και ζωϊκό βασίλειο. Οι πόλεις οι οποίες εμφανίζονται στο πίσω μέρος  του έργου του εντάσσονται έντεχνα στη  σύνθεση. Ο ζωγράφος επικοινωνεί τις μορφές του στο σήμερα εισάγοντας στη ζωγραφική του στοιχεία φουτουριστικά και κυβιστικά  ενώ η θεματολογία του εμπνέεται από την φύση και την καθημερινή ζωή.

Η άποψη του Σταθόπουλου, ενός ζωγράφου που διακρίνεται για την τεχνοτροπία του,  για το προσωπικό στυλ του κάθε καλλιτέχνη είναι κατά τη γνώμη του το αποτέλεσμα σκληρής δουλείας. Τότε μόνο το  στυλ γίνεται ένα δικό του στοιχείο, κάτι σαν «τη φωνή του». Αντιδιαστέλει το καλό και ποιοτικό από το εντυπωσιακό αλλά ανούσιο καθώς όπως λέει , «βλέπεις τους ξένους, άλλος κολλάει σίδερα. Άλλος κάνει κολλάζ, άλλος πετάει μελάνια από μακριά, κάνουν διάφορα. Αν μπεις σε αυτόν τον κυκεώνα χάνεσαι. Ενώ είναι ικανοί να κάνουν πράγματα δεν βρήκανε ποτέ τη δική τους γραφή. Δεν κατηγορώ κανέναν γιατί κι αυτό έχει μια γοητεία».

Καταφέρεται εναντίον κάποιων σύγχρονων ζωγράφων και των επιλογών τους αλλά και των κριτικών που τους ακολουθούν. Οι μοντέρνοι αυτοί καλλιτέχνες «στην προσπάθειά τους να μιμηθούν τους ευρωπαίους συναδέλφους τους» προφανώς απαρασκεύαστοι  «κάνουν βρικόλακες, τέρατα. Όλοι. Βλέπεις ταλαντούχους ζωγράφους, είναι παγιδευμένοι σε αυτό που δεν είναι δικό τους, δεν έχουν τέτοιες καταβολές … Έκαναν μια κοπέλα που ήταν όλο ερωτισμό. Τις κάνουν σαν βρικόλακες, σήμερα, υποτίθεται εννοούν κάτι. Οι κριτικοί που είναι επηρεασμένοι από την  Ευρώπη κατά κανόνα είναι όλοι άσχετοι, ξέρεις καμία επιστήμη που να σε κάνει κριτικό;»

 

Αρκετά δογματικός, αναφέρθηκε προφανώς στην περίπτωση των κριτικών που απέτυχαν ως δημιουργοί στο αντικείμενο που κρίνουν ως διέξοδο ύπαρξης καθώς η πλειοψηφία των καταρτισμένων κριτικών προέρχεται από ιστορικούς τέχνης, αρχαιολόγους, ιστορικούς-πολιτισμολόγους που φοίτησαν σε πανεπιστήμια του εσωτερικού εξωτερικού ή σχολές καλών τεχνών. Η ίδια η κριτική δε, ως τέχνη θεσπίστηκε από την εποχή του Αριστοτέλη στην περίφημη «Ρητορική» του, ενώ είχε τοποθετηθεί σε αυτήν και στη τέχνη και ο Πλάτων με τον Ιδεατό Ρεαλισμό.

Ο Γιώργος Σταθόπουλος αποκάλυψε μοναδικές στιγμές που επηρρέασαν έργα του, όπως αυτή με «το κουνούπι» που «εγκλωβίστηκε» στο χρώμα του πίνακά του και διέγραψε μια διαδρομή την οποία και κράτησε στο έργο και έτυχε και κάποιας «κριτικής προσέγγισης» από τον ποιητή Σωτήρη Κακίση. Στην αγγλική γραμματεία η κορυφαία δοκιμιογράφος Virginia Woolf έγραψε ένα από τα πιο σημαντικά της προσωπικά δοκίμια με τίτλο The Death of A Moth (o θάνατος μιας νυχτοπεταλούδας) αποδεικνύοντας πως ακόμα και τα πιο ασήμαντα μικροσκοπικά πλάσματα μπορούν να αποτελέσουν το έναυσμα για μεγάλες φιλοσοφικές αναζητήσεις.

 

 

Ο ΄ίδιος ο Μάνος Χατζιδάκης είχε κάνει ασκήσει κριτική στο έργο του Σταθόπουλου, αναφέροντας, «Ο Γιώργος Σταθόπουλος ασκεί τη σιωπηλή του τέχνη μόνος στο εργαστήρι του. Ψάχνει και ανακαλύπτει σχέσεις χρωμάτων, σχεδίων και πουλιών. Το ένα πουλί μόνο του μες σε βαθύ γαλάζιο ουρανό. Το ίδιο πουλί, γκρίζο, θανατερό κι ύστερα αρχαϊκό, σ’ ένα κεραμιδί περίγυρο. Κι αντί να προσπαθεί να εξασφαλίσει μέσω εμπόρων και αρχών σφραγίδα, μια ταυτότητα που να τον λέει «σύγχρονο», αυτός επιζητεί την σύζευξή του με το απόκοσμο και το αληθινό. Τα βράδια με τους φίλους του συνομιλεί κι επηρεάζεται βαθιά από τις αλλοιώσεις που επιφέρουν οι καιροί σ’ αυτόν, στους φίλους του και στον χώρο μες στον οποίο λειτουργεί μ’ ευαισθησία και σκέψη. Έτσι γίνεται ο ίδιος σιγά-σιγά μια ακτινογραφία πολύχρωμη της πόλης, των καιρών και των ανθρώπινων σωμάτων. Και πάλι ξανά, ώρες ατέλειωτες να σχεδιάζει μόνος του πόρτες, που δεν καλύπτουν εσωτερικό σπιτιού, μα μια απεραντοσύνη εφιαλτική, με θάλασσες και πολεμικά καράβια, και παράθυρα, που οδηγούν το βλέμμα μας στην παρανομία ενός ανήσυχου και ταραγμένου ονείρου, που διαβρώνει χρωματικά τις πολιτείες και τα χωριά, μακριά απ’ τη μνήμη και την ξεθωριασμένη της γραφικότητα. Ο Σταθόπουλος είναι στ’ αλήθεια αυτό που λέμε προικισμένος. Και εκ χωρίου καταγόμενος. Αλλ’ ευτυχώς γι’ αυτόν, δεν χόρεψε εθνικούς σκοπούς, ούτε και δέχθηκε κληρονομιές ανεξέλεγκτες. Χωρίς συνθήματα κι εύκολη γραφή, προχώρησε με γνήσια μέσα της ζωγραφικής, σαν άξιος κι αληθινός ζωγράφος που ’ναι, στην επίπονη καταγραφή της σύγχρονης απελπισίας, που αυτόματα γίνεται και εθνική. Γι’ αυτό μας ενδιαφέρει».

Ο Γιώργος Σταθόπουλος γεννήθηκε στην Καλλιθέα Τριχωνίδας της  Αιτωλοακαρνανίας. Σπούδασε στην Αθήνα στην Α.Σ.Κ.Τ. ζωγραφική και γλυπτική  με καθηγητές τον Μόραλη, τον Νικολάου, τον Παππά, τον Καλαμάρα  και τον Γραμματόπουλο. Στη γλυπτική έκανε χρήση μαλακών υλικών όπως ο πωρόλιθος και το ξύλο δημιουργώντας αφαιρετικές συνθέσεις. Έκανε εκθέσεις και πάρα πολλά εξώφυλλα δίσκων με τον μεγάλο μουσικοσυνθέτη Μάνο Χατζιδάκη και τον εξαιρετικό ποιητή Νίκο Γκάτσο και έχει εικονογραφήσει πληθώρα βιβλίων. Είναι μέλος του Ε.Ε.Τ.Ε.

(Πηγές :Δημήτρης Μανιάτης ΤΑ ΝΕΑ, 16 Νοεμβρίου 2020, ΠΟΛΙΤΗΣ ΠΑΡΑΘΥΡΟ, ΛΟΞΕΣ ΜΤΙΕΣ ΣΤΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ, «Αγαθόν τω εξομολγείσθαι» ΜΟΥΣΙΚΑ ΠΡΟΑΣΤΙΑ, Eικαστικός  Kύκλος SIANTI, φωτογραφικό υλικό από το διαδίκτυο).