Σοβαρά και ευτράπελα
Του Βαγγέλη Μπάκα
Δεν πιστεύω να συνέβη σε κάποιον άλλον αυτό που συνέβη σε μένα. Κι άλλοι δεν γνώρισαν παππού και γιαγιά! Αλλά να θυμάται μόνο τη μέρα της κηδείας, της μιας και μοναδικής γιαγιάς, δεν το νομίζω! Και εξηγούμαι:
Τον παππού με τη γιαγιά, από τη μεριά του πατέρα μου, δεν τους γνώρισα καθόλου, αφού πέθαναν τρία και τέσσερα χρόνια, αντίστοιχα, πριν τη γέννησή μου το 1946.
Τον παππού Βασίλη, από τη μεριά της μάνας μου, δεν τον γνώρισα ποτέ, αφού είχε περάσει όλη σχεδόν τη ζωή του στην Αμερική.
Είχε έρθει τρεις φορές από την Αμερική με άδεια, και κάθε εννιά χρόνια. Μια άδεια, τον χρόνο της οποίας τον ξόδευε στο ταξίδι! Να λοιπόν πως προέκυψε η διαφορά της γέννησης των τριών παιδιών του:
Ο θείος μου ο Κωνσταντής, και πατέρας του τραγουδιστή Θανάση Παπαργύρη, γεννήθηκε το 1905. (θα γιόρταζε σήμερα ο ξάδερφος εάν ήταν εν ζωή. Να λοιπόν η αφορμή για να τιμήσω τη μνήμη του.)
Η Μαρίνα, η συγχωρημένη μάνα μου, γεννήθηκε το 1914. Μετά από εννιά χρόνια.
Η θεία Ευαγγελία γεννήθηκε το 1923, εννιά χρόνια μετά από τη γέννηση της μάνας μου, και δεκαοχτώ μετά την γέννηση του θείου Κωνσταντή.
Ο θάνατος όμως, η κηδεία πιο σωστά, ο οποίος έμεινε ανεξίτηλος στη μνήμη μου, είναι αυτός της γιαγιάς μου Βασιλικής. Να τι θυμάμαι! Πώς όταν πήγα δίπλα στο φέρετρο, και ξάμωσα με τρόπο για να πάρω το μοναδικό πορτοκάλι, μου είπε κάποια γριά: Μη πιδίμ! δεν κάν’! Είνι για τ’ γιαγιά αυτό! Ήταν αρχές της δεκαετίας του ‘50! Ίσως και να μην είχα σκαλιορίσει (δοκιμάσει) αυτό το εξωτικό φρούτο…
Να τι πήρα, όμως, τη στιγμή που πλησίασα τόσο κοντά στο παγωμένο πρόσωπο της γιαγιάς Βασιλικής. Τη μυρουδιά! Μια άκρως ανεπιθύμητη μυρουδιά και η οποία ήρθε πάλι αυτή τη στιγμή για να μου θυμίσει πως δεν κλέβουμε ποτέ τους νεκρούς, γιατί δεν κάνει!… Αυτά τα σκέφτομαι τώρα. Τη στιγμή εκείνη, όμως, νόμισα πως η έντονη εκείνη μυρουδιά δεν προέρχονταν από το βασιλικό, αλλά ήταν η μυρουδιά της ψυχής της γιαγιάς μου.
Εκείνα τα χρόνια ο βασιλικός ήταν πάντα κυρίαρχο λουλούδι για να απορροφά τη μυρουδιά του νεκρού! Ένα λουλούδι παντός καιρού. Κι αν ο θάνατος προέκυπτε χειμώνα, τότε τοποθετούσαν στεγνό βασιλικό. Και σήμερα, όταν κάποια γριά πηγαίνει σε νεκρό, μαζί με τα άλλα λουλούδια κρατάει πάντα κι ένα μάτσο βασιλικό.
Δεν κρατάω ακόμα θυμό, που δεν με αφήσανε να πάρω το πορτοκάλι, αλλά σίγουρα μίσησα τη μυρουδιά του βασιλικού δια βίου! Να γιατί δεν βάζω ποτέ βασιλικό στον κήπο. Να γιατί μισώ ακόμα και το τραγούδι που λέει: Μάνα μ’ σγουρός βασιλικός…
Ακόμα και τον παπά αποφεύγω, όταν έρχεται να με χτυπήσει με το μάτσο πίτσου στο μέτωπο! Για να αποφύγω εκείνη την ανεπιθύμητη έκλυση της μυρουδιάς του. Μια μυρουδιά εφάμιλλη με τη θανατίλα!
Υ.Γ. Πόσο θα το επιθυμούσα να ανακαλύψει ο άνθρωπος ένα GPS ψυχών! Να πάρω σβάρνα το σύμπαν μέχρι να συναντήσω το μπάρμπα Κώστα για να μου πει εκείνες τις ιστορίες που του είχα αφήσει μισές! Εάν τον ανεχόμουν θα ήμουνα σίγουρα ακόμα πιο σοφός. Γονιδιακά, φυσικά, στο στον μπάρμπα Κώστα χρωστάω το όποιο χιούμορ μου. Πάρτε μια γεύση:
Κάποια μέρα, κι ενώ εξιστορούσε την απελευθέρωση του χωριού μας από τους τούρκους, μας καλημέρισε μια κακάσχημη δασκάλα. Και μόλις απομακρύνθηκε είπε ο μπάρμπα Κώστας:
Μι σκλι τόκαμι μωρέ η αντίχρηστ’