Ἀπὸ τὸ ἀκατάστατο
καὶ κακοφωτισμένο παρὸν
σὲ κεῖνο τὸν λάκκο τῶν ἰσχυρῶν
ὅπου
γεμάτος τύψη καὶ αἷμα
γέμει
τρομαγμένος ξυπνῶ
Μόνος μένω
μὲ τήν καρδιὰ
μονολογῶ
ἔτσι καλλίτερα
ὠρύομαι
ἐνάντια στὴ συμβατικὴ πραγματικότητα
καθὼς πόλεμος μαίνεται τριγύρω
πλημμυρίδες παιδικῶν δακρύων
στὸ ἀπαρηγόρητο ἄδειο
κυλοῦν
τὸ λευκὸ χαρτὶ ἀσφυκτιᾶ
σῶμα ἀπὸ χῶμα κι αὐτὸ
ὁλοκάθαρα συμβολισμένο
ριγᾶ δίχως ἀπάντηση καμία
Στὸ κελὶ τοῦ ἑαυτοῦ μου τρέχω
νά κρυφτῶ νά μή βλέπω
νὰ μή ζῶ σὰν μαραμένο σὰν ἀπολιθωμένο δένδρο
σὰν παλιὰ λερωμένη κουρτίνα τραβηγμένη στὸ παράθυρο
Χάνοντας ἀγάπη ὁλοένα
ἐγκαταλειμμένος ἀπὸ τὶς ἴδιες του τὶς ἐλπίδες
σκουριάζει κακοκυβερνημένος ὁ κόσμος γύρω
ἀργὰ στὸ θάνατο κυλᾶ
Ἐπαναστατῶ
Τὴν ψυχὴ μου νὰ πάρω μακριὰ
ἀπὸ τὴν ἀλαζονεία τοῦ σκοταδιοῦ
ἀπὸ τὶς ματωμένες νύχτες τους
αἷμα νὰ μὴν δῶ
ξανὰ
παιδιὰ πεταμένα σέ δρόμους
λευκὰ τριαντάφυλλα σὲ φέρετρα
ποτὲ
Κόκαλα ἐρειπωμένα
Νησὶ Γρεβενῶν 29/2/22
Γιάννης Μασμανίδης