μύριζε θυμάρι το φώς της μέρας
θα πάρει καιρό, είπες..
-πότισε μόνο τα λουλούδια-
στου εωθινού αστέρα το πρώτο φώς οραματίζομαι
μια εποχή ανθοφορίας
στην αδερφοσύνη των χρωμάτων της να σκαρφαλώσω
στην μυστική Του συνταγή των αρωμάτων να ευωδιαστώ
έξω,
με όλες τις περγαμηνές της
απλωμένες,
στα ορεινά κλωνάρια της μέρας
κάλπαζε γοργά λαχανιασμένη
η άνοιξη
κι ο Τρέτιμος
από μακριά, λαμποκοπούσε ανασαίνοντας το πεύκο του.