Η εύηχη λέξη Φιλέλληνας αποτελεί κυριολεκτικά το χαρακτηρισμό των ξένων υπηκόων που έτρεφαν τα συναισθήματα της αγάπης, της εκτίμησης, της φιλίας και της συμπαράστασης προς τους Έλληνες, που βάλλονταν και σε κάθε τι ελληνικό, αισθήματα που τα εκδηλώνονταν με λόγο ή με έργο. Το ιδεολογικό προφίλ του συγκεκριμένου πολιτικού κινήματος, του λογοτεχνικού ρεύματος, της δηλούμενης εύνοιας και του αδιάσπαστου ρηξικέλευθου ενδιαφέροντος παρουσιάστηκε κύρια στην περίοδο πριν και κατά την Ελληνική Επανάσταση του 1821. «Αναγέννηση» ως όρος χρησιμοποιήθηκε από τον Άλδο Μανούτιο και σήμαινε αυτόν που αγαπούσε την αρχαία ελληνική φιλολογία και τον κλασσικό Ελληνισμό. Για παράδειγμα το 1771 ο Γάλλος έμπορος P.A. Guys έγραφε με απόλυτη εκτίμηση και σθεναρό θαυμασμό, ότι «δεν χρειάζεται η νοσταλγία για την Αρχαιότητα και τους προγόνους, γιατί ζουν μέσω των απογόνων τους.Πριν από την Επανάσταση, την ανεξαρτησία της σύγχρονης Ελλάδας ευαγγελίζονταν Ευρωπαίοι περιηγητές και επιστήμονες, όπως ο Σικελός Xavier Scrofani και ο William Eton. Σημαντικό ρόλο για την δημιουργία των θετικών εντυπώσεων έπαιξαν οι Έλληνες της διασποράς και η Αυλή της Αικατερίνης Β’ της Ρωσίας η οποία διέδωσε αρχικά την ιδέα που υποστηρίχτηκε στην συνέχεια από τον Ευγένιο Βούλγαρη και από τον Βολταίρο, τον πρωτοπόρο του νεώτερου φιλελληνισμού. Στην Γερμανία και την Βρετανία η έφεση για την κλασσική Ελλάδα τροφοδοτήθηκε από τις εργασίες επιστημόνων και διανοουμένων του 18ου αιώνα που την γνώρισαν μόνο από επισκέψεις. Τα περιηγητικά συγγράμματα και τα νέα για την αποτυχημένη επανάσταση του 1770 με τα Ορλωφικά, έφερναν στην επικαιρότητα την σύγχρονη Ελλάδα και τους Έλληνες, για τους οποίους όμως ακούγονταν αντικρουόμενες απόψεις.Υπήρχαν ωστόσο άνθρωποι που διατύπωσαν την ιδέα της ελευθερίας όπως οι Γερμανοί λογοτέχνες J.J. Heinse το 1787 και Fr. Hölderlin το 1797, ο Byron και ο Schiller. Κάθε κίνηση του Φιλελληνισμού αφορούσε άτομα, οργανώσεις και ομάδες και δεν συνιστούσε κρατική εξωτερική πολιτική. Σημαντικό ρόλο στη διάδοση του στο εξωτερικό, στην αρχή της Επανάστασης, έπαιξε ο Πέτρος Ηπίτης, εθναπόστολος, Φιλικός και προσωπικός γιατρός του Αλέξανδρου Υψηλάντη. Δρούσε εφοδιασμένος με συστατικές επιστολές και διακηρύξεις από τον ίδιο τον Υψηλάντη .Ήταν πολύγλωσσος και επιτήδειος άνθρωπος και θεωρήθηκε το κατάλληλο πρόσωπο για να καλλιεργήσει τα νάματα, τις διδαχές και τις νουθεσίες του Αγώνα, καταβάλλοντας προσπάθειες να συγγραφούν ξενόγλωσσα φυλλάδια υπέρ των ελληνικών θέσεων. Ποσοτικά οι καταγεγραμμένοι φιλέλληνες άγγιζαν τους 940 και προηγούνταν αριθμητικά όσοι προέρχονταν από γερμανικές χώρες (342) . Ακολουθούσαν οι Γάλλοι (196), οι Ιταλοί (137), οι Άγγλοι (99), οι Ελβετοί (35), οι Πολωνοί (30), οι Ολλανδοί και Βέλγοι (17), οι Ούγγροι (9),οι Σουηδοί (9),οι Ισπανοί (9), οι Δανοί (8) και 33 άγνωστης εθνικότητας. Περίπου 313 από τους 940 σκοτώθηκαν σε μάχες ή πέθαναν από κακουχίες και τραυματισμούς. Μεταξύ 1821-1822 έφτασαν στην Ελλάδα 489 και μεταξύ 1823-182564. Από το 1825 και μετά 318.Οι Γάλλοι ήταν δεύτεροι σε αριθμό αφίξεων (71) την πρώτη περίοδο και δεύτεροι πριν το τέλος της δεύτερης περιόδου. Οι Άγγλοι ήταν τέταρτοι σε αριθμό αφίξεων την πρώτη περίοδο (12) και πρώτοι την δεύτερη περίοδο. Η αύξηση των Άγγλων εθελοντών συνδέονταν με την υπεροχή του αγγλικού κόμματος και την ενεργότερη συμμετοχή της Αγγλίας στα ελληνικά πράγματα. Γνωστότεροι ονομαστικά Φιλέλληνες ήταν ο Γερμανός αξιωματικός που πήρε μέρος στη Μάχη του Πέτα (1822) και πέθανε στο Μεσολόγγι το 1822, Κάρολος Νόρμαν, ο Άγγλος ποιητής που συμμετείχε στην πολιορκία του Μεσολογγίου και πέθανε στην διάρκειά της Λόρδος Βύρων, ο Αμερικανός γιατρός Σαμουήλ Γκρίντλευ Χάου, ο υπουργός εξωτερικών της Μεγάλης Βρετανίας Τζωρτζ Κάνινγκ, ο Ελβετός τυπογράφος που έδρασε στο Μεσολόγγι Ιωάννης Ιάκωβος Μάγερ.Ο Ιταλός Μπρούνο, που ήρθε μαζί με το Βύρωνα στην Ελλάδα και πέθανε στο Ναύπλιο το 1827, ο Φρανσουά ντε Σατωμπριάν, γνωστός και ως Σατωβριάνδος, περιηγητής, συγγραφέας οδοιπορικού και υπομνημάτων, που έκαναν γνωστή την κατάσταση της Ελλάδας στην Ευρώπη, ο γνωστός Γάλλος συγγραφέας, που έγραψε ποιήματα εμπνευσμένα από την ελληνική επανάσταση Βίκτωρ Ουγκό, ο Γάλλος Φιλέλληνας, συνταγματάρχης και συγγραφέας Μαξίμ Ρεμπώ, ο λογοτέχνης και ποιητής Αλεξάντρ Πούσκιν, ο Σκώτος αξιωματικός που προσέφερε όπλα και χρήματα και συμμετείχε στην πολιορκία της Τρίπολης Τόμας Γκόρντον, ο Γερμανός παιδαγωγός και αρχαιολόγος που επανόρθωσε το Ερέχθειο Ειρηναίος Θείρσιος, ο Σκώτος που συμμετείχε στις πολεμικές επιχειρήσεις Τζορτζ Φίνλεϊ, ο Γερμανός ποιητής Φρήντριχ Χαίλντερλιν, ο ζωγράφος Καρλ Βίλχελμ φον Άιντεκ, ο Ιταλός επαναστάτης Σαντόρε ντι Σανταρόζα (Santorre Di Santa Rosa), ο Βρετανός αξιωματικός του ναυτικού που πρόσφερε χρήματα και συμμετείχε στις επιχειρήσεις Φρανκ Χέιστινγκς (Frank Hastings), ο Γερμανός ποιητής Φρίντριχ Σίλερ, ο Άγγλος ποιητής Πέρσι Σέλλεϋ, ο Βαυαρός βασιλιάς Λουδοβίκος Α΄ της Βαυαρίας. Ο τραπεζίτης που οργάνωσε το φιλελληνικό κίνημα στη Γαλλία και την Ελβετία Ιωάννης-Γαβριήλ Εϋνάρδος, ο Γάλλος διοικητής του τακτικού ελληνικού στρατού Κάρολος Φαβιέρος (Charles Fabvier), ο πρώτος Αμερικανός φιλέλληνας, που έλαβε μέρος στον Αγώνα του 1821 Τζωρτζ Τζάρβις, η Αμερικανίδα ιστορικός, Καθηγήτρια Ελληνικής ιστορίας και πολιτισμού στο πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης Κάθριν Ελίζαμπεθ Φλέμιγκ, ο Σκώτος στρατιωτικός Ρίτσαρντ Τσορτς, ο Ιταλός στρατηγός, επαναστάτης και φιλέλληνας, που πέθανε το 1825 στο Ναύπλιο Τζουζέππε Ροσαρόλ, ο Γάλλος αξιωματικός, φιλέλληνας και συγγραφέας, από τους πρώτους εθελοντές του τακτικού ελληνικού στρατού Μορίς Περζά, ο Δανός Φιλέλληνας Χένρικ Νικολά Κρέιερ, ο Ούγγρος μουσικός, συνθέτης, και φιλέλληνας, αρχιμουσικός της πρώτης στρατιωτικής μπάντας της Επανάστασης του ’21 Ερνστ Μάνγγελ .Τα ονόματα των περισσότερων από τους προαναφερόμενους κοσμούν οδούς, πλατείες και περιοχές της Αθήνας και άλλων πόλεων της Ελλάδας, αποτίνοντας φόρο τιμής στην δράση τους. Την εποχή που αναφερόμαστε οι φιλόσοφοι και αισθητικοί Χέρντερ και Λέσσινγκ, ο ιδρυτής της αρχαιολογίας Βίνκελμαν, οι Σατωμπριάν και Χέλντερλιν, οι ποιητές Γκαίτε και Σίλερ ανανέωσαν και επίτειναν το ενδιαφέρον τους για τον αρχαίο Ελληνικό πολιτισμό. Ο δε Βολταίρος αποστρέφονταν τους Τούρκους κατακτητές. Αξίζει να εξετάσουμε πρώτιστα όχι μόνο συνοπτικά αλλά ενδεικτικά, ενδοσκοπικά και βαθύτερα το κοινωνικό, θεωρητικό, πνευματικό, ανθρώπινο και πολιτικό κλίμα, το υπόβαθρο που επικρατούσε εκείνες τις ημέρες σε διεθνές επίπεδο. Ο Ουμανισμός, η Αναγέννηση και ο Διαφωτισμός είχαν ιδεώδες την κλασική αρχαιότητα. Το ομόθρησκο στοιχείο υπήρχε στους Έλληνες, στους ορθόδοξους Ρώσους, στους καθολικούς και στον προτεσταντικό κόσμο της Δύσης. Ο πολιτικός φιλελευθερισμός προέρχονταν από την Γαλλική Επανάσταση. Δρούσε η αντίσταση προς κάθε αντιδραστική δυναστική κίνηση για την Παλινόρθωση στην Γαλλία. Ιδέες και ιδεοληψίες εμφορούνταν από τον Ρομαντισμό. Κυοφορούσε η διεθνής φιλανθρωπία και η ζωτικότητα στα σύγχρονα χαρακτηριστικά του νέου Ελληνισμού, γνωστά στους δυτικούς από τις Ελληνικές κοινότητες της διασποράς αλλά και από Έλληνες λόγιους στη Δύση.
Ο περιηγητισμός προσέφερε μια επίκαιρη εικόνα και ενημέρωση για την νεοελληνική ζωή και τα προβλήματα της. Ανθούσαν φυσικά και οι προσωπικές φιλοδοξίες μεμονωμένων ατόμων που διαχώριζαν την θέση τους από τον θαυμασμό για τον αρχαίο πολιτισμό ή το ενδιαφέρον για τον αγώνα των Ελλήνων, αλλά και οι πολιτικές επιδιώξεις και οι ανταγωνισμοί των Μεγάλων Δυνάμεων στο χώρο της Ανατολικής Μεσογείου. Ας δούμε τώρα λεπτομερειακά πως συνέβαλαν και συνέπραξαν οι χώρες του κόσμου στο ζήτημα του φιλελληνισμού. Είναι αναγκαίο για την περισσότερο εμπεριστατωμένη εντρύφηση να φωτίσουμε την διττή φιλική αλλά και αντιθετική στάση των δυνάμεων, τις διακυμάνσεις, τις διευθετήσεις, τις διαπραγματεύσεις ,τα πρόσωπα, τις διαθέσεις, τις κλιμακώσεις και τις προθέσεις στην Ευρώπη και στην Ασία. Στην Βρετανία εκτός του Λόρδου Βύρωνα υπήρξαν, η δραστήρια Φιλελληνική Επιτροπή του Λονδίνου και άλλοι όπως ο Σάμουελ, η Χάριετ Γουέστμπροουκ, η πρώτη σύζυγος του ποιητή Πέρσι Σέλλεϋ που συνέδραμαν. Ο Φρέντερικ Νορθ ή Γκύλφορδ ίδρυσε την Ιόνιο Ακαδημία στην Κέρκυρα, το πρώτο ελληνικό πανεπιστήμιο της νεότερης εποχής. Στην Ελβετία στην ανάπτυξη του κινήματος έπαιξαν ρόλο η διάδοση των φιλελεύθερων και αντί ιεροσυμμαχικών ιδεών, η πιθανότητα σύναψης εμπορικών σχέσεων μεταξύ της Ελβετίας και του νεοσύστατου Ελληνικού κρατιδίου, το κλασικιστικό πνεύμα, η αλληλεγγύη μεταξύ των χριστιανικών λαών. Ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος και ο Μιχαήλ Σούτσος συνεργάζονταν με τον Εϋνάρδο, μια επιβλητική προσωπικότητα που ήταν δικτυωμένος με σημαίνοντα πολιτικά πρόσωπα της Ευρώπης και αλληλογραφούσε με τις φιλελληνικές ευρωπαϊκές επιτροπές. Σημαντικό ρόλο στην αφύπνιση του Ελβετικού Φιλελληνισμού έπαιξε και η παρουσία του Ιωάννη Καποδίστρια. Απεύθυνε εκκλήσεις, πραγματοποιούσε επαφές εντός και εκτός της Ελβετίας με πρόσωπα για να συνδράμουν οικονομικά. Η φιλελληνική επιτροπή της Βέρνης είναι η πρώτη που ιδρύθηκε στην Ευρώπη. Υπήρχε από το 1821 όταν ιδρύθηκε η δεύτερη στην Ευρώπη, στην πόλη της Στουτγάρδης. Η δεύτερη επιτροπή ιδρύθηκε στη Ζυρίχη τον Νοέμβριο του ίδιου έτους με πρόεδρο τον πανεπιστημιακό J. H. Bremi. Η δραστηριότητά της επεκτάθηκε και σε άλλες περιοχές της Ελβετίας. Στην Γενεύη η πρώτη επιτροπή ιδρύθηκε το 1822 με πρόεδρο τον πάστορα Georg Wilhelm Gerlach. Τον Δεκέμβριο του 1822 τα καντόνια της Ελβετίας ανακήρυξαν την επιτροπή της Ζυρίχης, κεντρική της χώρας. Μαζί με τις επιτροπές των έξι Ελβετικών πόλεων Γενεύης, Λοζάνης, Βέρνης, Schaffhousen, Aurau, Winthertour, ανέλαβαν να περιθάλψουν τους 162 φυγάδες Έλληνες, που μετά την αποτυχία του κινήματος του Αλέξανδρου Υψηλάντη, προσπαθώντας να πάνε στην Ελλάδα πέρασαν από την Ελβετία και καθώς οι Γαλλικές αρχές δεν τους θεωρούσαν τα έγγραφα, παρέμειναν στη χώρα. Με εκκλήσεις των επιτροπών συγκεντρώθηκαν χρήματα για τα έξοδα της μετακίνησής τους. Εκτός της περίθαλψης των προσφύγων, η επιτροπή ζήτησε περισσότερο αποτελεσματική βοήθειά και να την ενημερώσει ο Ιγνάτιος της Ουγγροβλαχίας ποιες ήταν οι βασικές τους ανάγκες και ποιος ο προσφορότερος τρόπος διεκπεραίωσης τους. Οι Ελβετοί απέστειλαν χρήματα, γιατρούς και χρηματικές ενισχύσεις. Συνέβαλαν, μάλιστα, στη διαφώτιση της Ευρωπαϊκής κοινής γνώμης με εκτύπωση σχετικών φυλλαδίων. Mεταξύ των πιο σημαντικών Ελβετών που αγωνίστηκαν στην Ελλάδα ήταν οι: Breli, Oreli, Κoning, Rival, Knaupp, Brumbacher, Chevalier, ο εκδότης των Χρονικών Εμμανουήλ Χαν Meyer, o γιατρός Louis Andre Gosse και o Bordier που σκοτώθηκε στη μάχη του Δραγατσανίου.
Στην Ολλανδία η πρώτη επιτροπή συστήθηκε στο Άμστερνταμ το 1822 με πρόεδρο τον Jan Fabius, νοτάριο στο Άμστερνταμ με πλούσια ελληνική πελατεία. H Χάγη έθεσε υπό την εποπτεία της τα κομιτάτα της χώρας, εκτός της Ουτρέχτης και του Άμστερνταμ. Η δράση απόκτησε πολλές μορφές από την αρχή και περισσότερο ύστερα από την έξοδο του Μεσολογγίου. Πραγματοποιήθηκαν έρανοι, συναυλίες, εκθέσεις ζωγραφικής όπως του ζωγράφου Joseph Dionysius Odevaere που εξέθεσε πίνακα, όπου απεικόνιζε τον θάνατο του λόρδου Βύρωνα, αλλά και ποιητικές εκδηλώσεις στις Βρυξέλες, στο Άμστερνταμ, τη Χάγη, την Αμβέρσα με σκοπό την συγκέντρωση χρημάτων. Ολλανδοί στρατιωτικοί μετέβησαν στην Ελλάδα όπως ο εμπειρογνώμονας του πολεμικού ναυτικού Steffens που συνεργάστηκε με τον Κωνσταντίνο Κανάρη. Το 1823 ο πλοίαρχος Piet Bakker μετέφερε με το πλοίο του «Le Brisiere» στην Πελοπόννησο όπλα που συγκέντρωσε ο Έλληνας έμπορος εγκατεστημένος στο Άμστερνταμ, Στέφανος Παλαιολόγος. Όμως η στενή σχέση του Βασιλείου με την ναυτική δύναμη της Μεγάλης Βρετανίας και τα στρατηγικά συμφέροντα στην Οθωμανική Αυτοκρατορία εμπόδισαν την βασιλική οικογένεια να υποστηρίξει ανοιχτά την Ελληνική υπόθεση. Ο αυστηρός κυβερνητικός έλεγχος στον τύπο και οι απαγορεύσεις στους στρατιωτικούς έπαιξαν ανασταλτικό ρόλο. Έχοντας η Ολλανδία να αντιμετωπίσει τις φιλελεύθερες κινήσεις ανεξαρτησίας του Βελγίου δεν έβλεπε με συμπάθεια ανάλογες κινήσεις άλλων χωρών. Μέλος της κυβέρνησης εκφράστηκε ανοικτά υπέρ των Τούρκων. Ωστόσο τα δυο παιδιά του ηγεμόνα ήταν φιλέλληνες και κυρίως ο Φρειδερίκος στον οποίο ο Νέγρης στα 1829 προσέφερε το στέμμα της Ελλάδας. Αντίθετη, λόγω αντεπαναστατικών αντιλήψεων, ήταν η Διαμαρτυρόμενη Εκκλησία και κάποιοι διανοούμενοι, όπως ο Ολλανδός ποιητής Ντα Κόστα, που έγραψε βιβλίο καταδικαστικό της Ελληνικής Επανάστασης. Αντίθετα, άλλοι, όπως ο Βαν Κάμπεν του πανεπιστημίου του Leiden συνέταξε φιλελληνικά φυλλάδια και επτάτομη ιστορία της Ελλάδος σε φιλελληνικό πνεύμα. Από το 1827-1828 η στάση των Ολλανδών αλλάζει λόγω των εσωτερικών εξελίξεων στην Ελλάδα και της δολοφονίας του Καποδίστρια. Ο συνολικός αριθμός εθελοντών από τις Κάτω Χώρες στην επαναστατημένη Ελλάδα υπολογίζονταν σε εικοσιένα άτομα. Στη Σουηδία, στα τέλη του 1821, εκδόθηκε στη Στοκχόλμη φυλλάδιο με έκθεση για την απάνθρωπη διαγωγή των βαρβάρων Τούρκων απέναντι στους χριστιανούς υπηκόους τους. Στις αρχές του έτους 1822 αναχώρησαν για την Ελλάδα οι Σουηδοί: F.N. Ashling και T. F. Aakerhjelm.
Ο πρώτος ήταν ταγματάρχης, ειδικός στα οχυρωματικά έργα και ο δεύτερος υπολοχαγός. Ο δεύτερος συμμετείχε στην πολιορκία της Ακρόπολης και τραυματίσθηκε. Διορίστηκε υπασπιστής του Ιωάννη Κωλέττη και στάλθηκε να επιθεωρήσει οχυρωματικά έργα στις Θερμοπύλες. Απογοητευμένος από τις Ελληνικές αρχές επέστρεψε στα τέλη του 1822 στην πατρίδα του. Υπήρξαν Σουηδοί εθελοντές που είχαν άδοξο τέλος όχι στο πεδίο μάχης, αλλά σε κατάσταση ειρήνης . Ο G. A. Sass, επικεφαλής της φρουράς του Μεσολογγίου, προσπαθώντας να χωρίσει διαπληκτιζόμενους Έλληνες, σκοτώθηκε από Μεσολογγίτη το 1824. Ο August Maximilan Myhrenberg, που συμμετείχε στο σώμα του Φαβιέρου ως υπασπιστής, σε μάχες στην Εύβοια, στη Χίο και στην Ακρόπολη, από το 1829 ως το 1830 χρημάτισε διοικητής του Παλαμηδίου. Ήλθε σε ρήξη με τον Καποδίστρια κι έφυγε. Ο J. F. S. Crusenstolpe ήρθε στην Ελλάδα το 1827 και ο K. G. T. Westee παρέμεινε από το 1831 έως το 1837.Ο φιλελληνισμός στην Δανία ήταν περιθωριακός σε μέγεθος και έκταση σε σχέση με τα κινήματα άλλων χωρών, λόγω της απομόνωσης της από τις ραγδαίες εξελίξεις που σημειώνονται στην Ευρωπαϊκή πολιτική σκηνή και των εσωτερικών προβλημάτων της, που οφείλονται στην συντριβή του ναπολεοντείου συνασπισμού, συμμάχου της Δανίας. Η μεταναπολεόντεια ύφεση έπληξε την οικονομία της χώρας και το 1813 πτώχευσε. Το 1814 έχασε την Νορβηγία από την Σουηδία. Η κυριαρχία στην Ευρωπαϊκή πολιτική σκηνή και πολιτική των Ιεροσυμμαχικών θέσεων κατά των φιλελεύθερων και απελευθερωτικών κινημάτων, αλλά και οι εμπορικές συμφωνίες της χώρας με την Οθωμανική Αυτοκρατορία επέδρασσαν στην έκταση του φιλελληνισμού στην Δανία. Η επιβολή λογοκρισίας στον τύπο και στο ταχυδρομείο περιόριζε την ενημέρωση των πολιτών. Η δεινή κατάσταση από τα σφάλματα των ηγετών ευνοούσε την υποστήριξη του αγώνα των Ελλήνων. Πυρήνα του φιλελληνικού κινήματος στη χώρα αποτέλεσε ο σύλλογος των φοιτητών του Πανεπιστημίου της Κοπεγχάγης, που ιδρύθηκε το 1820. Νέα από την επαναστατημένη Ελλάδα αναδημοσιεύονταν από τον γαλλικό και γερμανικό τύπο, ενώ φιλολογικά έντυπα εμπεριείχαν άρθρα και ποιήματα αφιερωμένα στην Ελλάδα, όπως η μηνιαία Hesperus και η Freia. Φιλολογικού χαρακτήρα συγκεντρώσεις πραγματοποιούσαν αριστοκράτες όπως η Kamma Rahbek και η Friederike Brun. Ο ποιητής Steensen Blicher παρακινούσε με ποιήματα του για την καταστροφή των Ψαρών και τον Επινίκειο Ύμνο. Εκτός Δανίας δραστηριοποιήθηκαν o ποιητής Jens Baggensen στην Ελβετία και ο συγγραφέας Peter Andreas Heinberg στο Παρίσι. Άνθρωποι του κλήρου όπως ο λουθηρανός επίσκοπος Friedrich Munter και ο ιερέας Hans Bastholm, που διοργάνωσε έρανο στον οποίο ο διάδοχος του θρόνου Christian Frederik πρόσφερε 500 τάληρα. Το 1827 συστήθηκε Κομιτάτο για βοήθεια. Μέχρι το 1829 συγκεντρώθηκαν 16.000 φράγκα που στάλθηκαν μέσω του Εϋνάρδου στον Ιωάννη Καποδίστρια. Την ίδια χρονιά εκδόθηκε η δανέζικη φιλελληνική εφημερίδα Graekervennen, όπου φιλέλληνες δημοσίευαν νέα από την επαναστατημένη Ελλάδα και επικλήσεις βοήθειας. Οι συνδρομές των αναγνωστών πήγαιναν υπέρ των Ελλήνων. Παρά τη ρητή απαγόρευση σχηματισμού εθελοντικού σώματος για την Ελλάδα με Βασιλικό Διάταγμα του 1821 υπήρξαν Δανοί που σκοτώθηκαν ή πέθαναν στον αγώνα. Ο φοιτητής Γιόχαν Χένρικ Κρόυερ, ο ζωγράφος και ποιητής Χάρο Πάουλ Χάρινγκ, ο φοιτητής ιατρικής Φρήντριχ Χάϊνριχ Γιόχανσεν, ο αξιωματικός του πυροβολικού John Hane και οιαξιωματικοί Konrad von Ruppe, Carl Leopold Jacob Wederkinch. Ο Frellsen συνένδραμε στον αγώνα με δική του κανονιοφόρο. Ο λοχαγός Waldemar von Qualen που σκοτώθηκε στη Λαμία το 1822.Στην Πολωνία τα νέα για την Ελλάδα έρχονταν από Γαλλικές και Αυστριακές φιλελληνικές εφημερίδες και από ιδιωτικές επιστολές. Δύο πολωνικές εφημερίδες δημοσίευαν άρθρα και εκκλήσεις υπέρ των Ελλήνων, η «Φωνή της Βαρσοβίας» και η «Μέλισσα» της Κρακοβίας. Πολωνοί λογοτέχνες όπως ο Μπουρκόφσκι με τους Δεκαεννιά Βυρωνικούς Ύμνους και οι: Α. Μάκιεβιτς, Σλαβόσκι, Βίλνα Γκρόντεκ δημοσίευαν κείμενα εμπνευσμένα από την Ελληνική Επανάσταση. Τριάντα Πολωνοί ήρθαν στην Ελλάδα. Ανάμεσα του: οι λοχαγοί που πολέμησαν με τον Αλέξανδρο Υψηλάντη Γκρανόφσκι και Τουκόφσκι, και ο Τζιρζάφσκι, που μετείχε στην πολιορκία του Μεσολογγίου. Στη μάχη του Πέτα σκοτώθηκαν δεκατρείς Πολωνοί. Από τους δύο επιζήσαντες, ο Αλεξάντερ Κουζάνσκι συνελήφθη και κρατήθηκε στην Άρτα. Στις αρχές του 1823 γύρισε καταπονημένος στην πατρίδα του. Στην Ιταλία με την έναρξη της Επανάστασης εκδόθηκε στη Φλωρεντία η επιθεώρηση «Antologia» του Vieussex, όπου φιλοξενήθηκαν άρθρα να συνδέουν το ελληνικό ζήτημα με έναν αγώνα για τον πολιτισμό, την εκπαίδευση και την αντίληψη, πως η Ελλάδα βρίσκεται στον γενετικό κώδικα της Ιταλίας προβάλλοντας μια ελληνοϊταλική εθνική και πολιτισμική αλληλεγγύη. Περίπου εκατό τριάντα επτά Ιταλοί ήλθαν να πολεμήσουν στην Ελλάδα. Παλαίμαχοι Ναπολεόντειων πολέμων ή πρωταγωνιστές των εσωτερικών αγώνων της ιταλικής χερσονήσου. Το τάγμα των Φιλελλήνων που συστάθηκε το 1822 είχε δύο λόχους με αρχηγούς διαφορετικών εθνοτήτων και διοικητή τον Ιταλό Ντάνια. Δυσφορία προκάλεσε ο ερχομός Ιταλών εθελοντών και του επαναστάτη κόμη Σανταρόζα, που σκοτώθηκε στην πτώση της Σφακτηρίας. Ο ιταλικός φιλελληνισμός υπήρξε από τα πιο μακρά φιλελληνικά κινήματα του αιώνα που διαδραμάτισε ρόλο και μετά την Επανάσταση το 1866 και το 1897.Στην Ρωσία η έκρηξη της Επανάστασης έθεσε την τσαρική κυβέρνηση στο δίλημμα μεταξύ της διατήρησης του status quo και της υποστήριξης των ομόδοξων Ελλήνων. Ο ρωσικός φιλελληνισμός με ευρεία βάση, διαπερνώντας τις πολιτικές και ιδεολογικές παρατάξεις, είχε υποστήριξη από μείζονες κοινωνικές ομάδες. Τα αίτια ανάπτυξης του ήταν η κοινή θρησκεία, η φιλελεύθερη ιδεολογία με φορείς τους μαχητικούς Δεκεμβριστές, οι παραδοσιακοί ιστορικοί δεσμοί, ο κοινός αντίπαλος των δύο λαών η Οθωμανική Αυτοκρατορία, οι μεταξύ τους οικονομικοί δεσμοί, η ένταξη Ελλήνων στη ρωσική διοίκηση και στο ρωσικό στρατό και οι ακμάζουσες Ελληνικές παροικίες. Εκδηλώθηκαν δραστηριότητες στην προετοιμασία της Επανάστασης στην ρωσική επικράτεια και στις παραδουνάβιες ηγεμονίες στην διάρκεια της.
Στην Ρωσία συστήθηκε η Φιλική Εταιρεία και εντός της κατηχούνταν νέα μέλη όπως ο στρατιωτικός Νικόλαος Γάλιτς. Χορηγήθηκαν διαβατήρια από τον στρατηγό κρατικό παράγοντα Ίντσωφ σε Έλληνες για να περάσουν τα ρωσομολδοβλαχικά σύνορα. Ο στρατηγός Τσουκώφ χορήγησε στρατιωτικό υλικό σε Φιλικούς. Ο Δεκεμβριστής Α. Νέπινιν, διοικητής της 16ης μεραρχίας, αγόρασε όπλα που τα έστειλε στις παραδουνάβιες ηγεμονίες. Συγκροτήθηκαν τα εθελοντικά σώματα του συνταγματάρχη Βασίλη Ιβάνοβιτς Σκολτάνωφ και το σώμα των Κοζάκων. Ένοπλοι συμμετείχαν σε επαναστατικά σώματα στη Μολδοβλαχία. Μετά την αποτυχία στις παραδουνάβιες ηγεμονίες, όσοι κατέφυγαν στην Ρωσία δέχθηκαν φροντίδες. Στάλθηκαν υπεύθυνοι παράγοντες όπως ο Δεκεμβριστής Πάβελ Πέστελ, για να παρακολουθεί τα γεγονότα στην επαναστατημένη Μολδοβλαχία. Όταν ξέσπασε η επανάσταση στην Ελλάδα, παρασχέθηκε άσυλο στους καταδιωκόμενους Έλληνες από τις σφαγές που εξαπέλυσαν οι Τούρκοι στην Χίο, την Κωνσταντινούπολη, την Σμύρνη, στις Κυδωνιές και στην Κύπρο. Συστήθηκαν κομιτάτα για εξαγορά αιχμαλώτων και βοήθεια απόρων όπως το κομιτάτο εξαγοράς Γραικών Χίου, Κυδωνιών, Κασσάνδρας, του επισκόπου Κισνόβ Δημήτριου. Μεταφέρθηκαν στην Ελλάδα ένοπλοι εθελοντές και πολεμοφόδια, μαζί τους οπρίγκιπας Κατακουζηνός και πλοία. Το μπριγαντίνι «Fidelissimo» και η γολέτα «La Speranza» το 1821 αναχώρησαν για την Ελλάδα. Οι Ρώσοι διακρίθηκαν στα πεδία των μαχών. Ο Αφανάσα ήταν στο πυρπολικό του Παπανικολή, βυθίζοντας τουρκικό δίκροτο στην Ερεσσό. Οι τρείς αδελφοί Bereznsky βρέθηκαν στην Κρήτη και στο Πέτα. Ο ένας σκοτώθηκε στην Κάσο, έτερος τραυματίστηκε εκεί και ο τρίτος έχασε το πόδι του στο Νεόκαστρο. Ο Νικόλαος Ράικο που συμμετείχε στην εκστρατεία στην Χίο, αναδείχθηκε φρούραρχος στο Παλαμήδι, στην Πάτρα και αντισυνταγματάρχης στο Καστέλι του Μωριά. Στην ναυμαχία του Ναυαρίνου συμμετείχαν οκτώ πλοία, που βοήθησαν σε απελευθερώσεις Ελλήνων αιχμαλώτων. Λόγια συμβολή είχαν ο Αλέξανδρος Πούσκιν με τα ποιήματα: «Στον Οβίδιο», «Στην Ελληνίδα», «Ξεσηκώσου Ελλάς», το ημιτελές διήγημα «Κίρτζαλης» εμπνευσμένο από τα γεγονότα στη Μολδοβλαχία, όπως και οι ποιητές: Κ .Φ. Ριλέγεφ και Β. Κιουχελμπέκερ, ενώ παρήχθησαν και κυκλοφόρησαν χρωμολιθογραφίες, γλυπτά και πίνακες με θέματα και πρόσωπα από την Ελληνική Επανάσταση. Ο Ρώσος πλοίαρχος Επαντσχίνε διέσωσε και παρέδωσε αρχαιότητες στο Εθνικό Μουσείο στην Αίγινα. Υπήρχαν οικονομικές ενισχύσεις για την ανέγερση φιλανθρωπικών ιδρυμάτων από αξιωματικούς της ρωσικής ναυτικής δύναμης που συγκρούστηκαν στο Ναυαρίνο για το νοσοκομείο του Ναυπλίου, τη νεοσυσταθείσα Εκκλησιαστική Σχολή του Πόρου και την δημιουργία αλληλοδιδακτικού σχολείου στον Πόρο. Στον Ισπανικό Φιλελληνισμό οι παράγοντες που καθόρισαν την καθυστερημένη ανάπτυξη του ήταν το πολιτικό και πνευματικό κλίμα της περιόδου της παλινόρθωσης μεταξύ 1823 και 1832. Οι Ισπανοί φιλελεύθεροι αγωνίζονταν για το Σύνταγμα του 1812 και κατά της παλινόρθωσης της απολυταρχίας του Φερδινάνδου Ζ’. Με την παλινόρθωση του 1823 η Ισπανία τάχθηκε με την Ιερά Συμμαχία ενώ το 1827 υπέγραψε εμπορική συμφωνία με την Υψηλή Πύλη. Μέχρι τον θάνατό του ο Φερδινάνδος επέβαλε λογοκρισία και καταδίωκε τους συνταγματικούς. Έτσι η έκκληση της Ελληνικής προσωρινής διοίκησης δεν έγινε δεκτή από τους Cortes της Μαδρίτηςτο 1821. Τα πρώτα φιλελληνικά κείμενα στα ισπανικά δημοσιεύθηκαν εκτός ισπανικού εδάφους. Το «Escrito sobre Gecia» εκδόθηκε στο Παρίσι το 1825 και το 1827. Κύριοι φορείς των φιλελληνικών κηρυγμάτων ήταν οι πολιτικοί εξόριστοι. Όψιμη υπήρξε η φιλελληνική ισπανική εκδοτική κίνηση εντός Ισπανίας. Το 1828 ισπανικές μεταφράσεις για την πολιορκία του Μεσολογγίου εκδόθηκαν στα γαλλικά και το 1829 μεταφράστηκε το βιβλίο του H. Lauvergne για την εκστρατεία του Ιμπραήμ στην Πελοπόννησο. Βιβλία ιστορικού περιεχομένου υπήρξαν τα «La Turquia, teatro de la guerra presente» και «La Turquia victoriosa de las sandeces, falsedades e igmominias», στα 1828 και 1829 από τον λογοτεχνικό κριτικό και φιλελεύθερο πολιτικό Felipe Fermin Caballero y Morgay, εξόριστο στο Παρίσι. Ο Jose Manuel de San Millan y Coronel, στρατιωτικός και φιλελεύθερος πολιτικός στο Παρίσι, συνέταξε το «Compendio historico del origen y progresos de la insurrection de los griegos contra los turcos», έργο φιλελληνικό, στηριζόμενο στον Πουκεβίλ, που εκδόθηκε με ψευδώνυμο. Λογοτεχνικά ισπανικά έργα εκδόθηκαν το 1830. Στην Βαλένθια το ιστορικό μυθιστόρημα «Grecia o la doncella de Misolonghi» του Cosca Vayo y Lamarca, που στηρίζονταν στον Πουκεβίλ και το φιλελληνικό μυθιστόρημα με τίτλο, «Amory religion, o la joven griega» του Pascual Perez y Rodriguez. Το πρώτο φιλελληνικό ισπανικό ποίημα εκδόθηκε στα μέσα της δεκαετίας του 1820 από τον εξόριστο στην Αγγλία Jose de Esprocenda με τίτλο «Despedida del patriota griego de la hija del apostate». Πρόκειται για ανάπτυγμα αγγλικού πρωτοτύπου που είχε εκδοθεί στο Λονδίνο το 1924, την ίδια εποχή με το «Cancion guerrera con motivo del levantamiento de los gregos» του Francisco Martinez de la Rosa. Στην γερμανόφωνη Ευρώπη την εποχή της Επανάστασης υπήρχε συνομοσπονδία κρατών. Μέλη της μεταξύ άλλων ήταν η Αυστρία, η Πρωσία, η Βαυαρία, η Δανία, το Λουξεμβούργο και ανώτατος άρχοντας της συνομοσπονδίας ήταν ο Αυστριακός καγκελάριος Κλέμενς Μέτερνιχ. Η Αυστρία, η Πρωσία, η Βρετανία και η Ρωσία, μετείχαν από το 1815 σε μια σειρά συμφωνιών της «Ιερής Συμμαχίας» για την τήρηση της ειρήνης στην Ευρώπη και την συνεργασία μεταξύ των μοναρχιών. Από τους πρώτους μήνες της Επανάστασης η γερμανόφωνη κοινή γνώμη τάχθηκε με το μέρος των Ελλήνων. Αντίθετα ο Μέτερνιχ και οι άλλοι ηγεμόνες της Συμμαχίας τήρησαν αρνητική στάση. Την συσχέτισαν με το κίνημα του Καρμποναρισμού στην Ιταλία, που θεωρήθηκε κίνδυνος για την ανατροπή των μοναρχιών. Το 1821 στο συνέδριο του Λάιμπαχ η Ιερά Συμμαχία απέρριψε κάθε κίνημα ανατροπής της νόμιμης εξουσίας με εξέγερση και βία, ανακοινώνοντας πως οι μονάρχες ενήργησαν με βάση τα γεγονότα της Νεάπολης και του Πιεμόντε, που ξέσπασαν σε διαφορετικές συνθήκες από εγκληματικούς συνδυασμούς και εξέθεσαν την ανατολική πλευρά της Ευρώπης σε ανυπολόγιστες εμπλοκές. Η επίσημη εφημερίδα της Αυστρίας Österreichischer Beobacther, Αυστριακός παρατηρητής σχολιάζοντας τα συμβάντα στην Ελλάδα το 1821, υποστήριζε πως οι επαναστάτες βρίσκονταν σε επαφή με τα επαναστατικά κινήματα στην Ιταλία για την διατάραξη της ησυχίας στην χριστιανική Ευρώπη και πως η επιχείρηση, που ξεκίνησε με πολιτικό δόλο, δεν θα είχε αποτέλεσμα και θα οδηγούσε τον ελληνικό λαό σε μεγάλα δεινά. Έτσι απαγορεύτηκε κάθε φιλελληνική κίνηση σε πολλά γερμανικά κράτη. Ωστόσο υπήρξαν πολιτικοί και διανοούμενοι που τάχτηκαν ανοιχτά υπέρ της Επανάστασης. Ο βαρώνος von Gagern, του πριγκιπάτου της Έσσης, Ντάρμσταντ, εκφώνησε θερμό, φιλελληνικό λόγο επισημαίνοντας μεταξύ άλλων πως: «…θανάσιμο αμάρτημα θα βαραίνει το Γερμανικό Έθνος αν δεν βοηθήσει τους Έλληνες που άρχισαν τον αγώνα τους ασύνετα, την ακατάλληλη στιγμή, με ανεπαρκή μέσα αλλά δεν είναι εγκληματίες. Δεν ήταν υπήκοοι στην έννοια του δικαίου των Εθνών και του πολιτισμού μας, αλλά σκλάβοι. Αυτό μαρτυρούν οι αρχιερείς των, που χωρίς ενοχή και χωρίς να απολογηθούν, υπέστησαν δεινόν θάνατο στις πύλες των ναών τους. Εγώ, ως υπήκοος ενός πρίγκιπα, μέλους της Ιεράς Συμμαχίας και ως εκπρόσωπος των δικαιωμάτων και των επιθυμιών ενός γερμανικού λαού, εκφράζω εδώ την προσδοκία και ελπίδα, ότι οι Έλληνες θα βγουν νικητές από τον αγώνα τους, ή να τους εξασφαλιστεί μια συνθήκη που θα τους θέσει υπό την αιγίδα του ευρωπαϊκού δικαίου των εθνών.» Ο Γερμανός ποιητής Wilhelm Müller συνέθεσε σειρά φιλελληνικών ποιημάτων με τον τίτλο: «Τραγούδια των Ελλήνων». Σε ένα από αυτά αναφέρεται στον Μέτερνιχ λέγοντας: «Μας ονόμασες επαναστάτες, πάντα έτσι ας μας καλείς! Επάνω! Επάνω! αυτό είναι το σύνθημα των Ελλήνων. Επάνω, αυτό είναι το σύνθημα των Ελλήνων το αιώνιο! Ο υπέροχος ήχος αυτός, ποτέ να μην ηχήσει μέσ’ την καρδιά σου. Εσύ, κάτω στη λάσπη θα μένεις για πάντα, και θα παρατηρείς του κόσμου τα συμβάντα.» Το 1821 ο καθηγητής Krug από τη Λειψία δημοσίευσε φέιγ-βολάν πρόσκληση για την ίδρυση συλλόγων προς υποστήριξη των Ελλήνων. Μέρες αργότερα αυστηρό, βασιλικό διάταγμα απαγόρευε την διάδοση των φυλλαδίων στη Σαξονία. Απαγορεύτηκε, επίσης, η αποστολή της «Γερμανικής Λεγεώνας» από τη Βαυαρία στην Ελλάδα του καθηγητή Fr. Thiersch και κάθε δημόσια εκδήλωση φιλελληνισμού στην Πρωσία. Η πολιτική του Μέτερνιχ εμπόδισε σοβαρά την βοήθεια προς τους Έλληνες αλλά δεν κατάφερε να την σταματήσει, ενώ απέτυχε να μεταλλάξει την φιλελληνική κοινή γνώμη. Στα πιο φιλελεύθερα νοτιοδυτικά κρατίδια της Γερμανικής Συνομοσπονδίας, με κέντρο την Στουτγκάρδη, άρχισαν από το φθινόπωρο του 1821 να λειτουργούν φιλελληνικές επιτροπές που έστειλαν εθελοντές στην Ελλάδα και υποστήριξαν οικονομικά οι πρόσφυγες. Στην Γερμανία, η Ελληνική Επανάσταση ερμηνεύτηκε από την αρχή σαν περίπτωση διαφορετική από τις άλλες, που δεν σκόπευε στην ανατροπή κάποιας νόμιμης εξουσίας, ούτε είχε σχέση με συνομωσίες όπως ο Καρμποναρισμός. Θεωρούσαν ότι τα αιτήματα των Ελλήνων ήταν δίκαια και άξιζαν μια θέση στην πολιτισμένη χριστιανική Ευρώπη. Ο γερμανόφωνος τύπος φιλοξενούσε συχνά φιλελληνικά δημοσιεύματα. Σε ένα από αυτά ο καθηγητής Krug γράφει, πως: «Όλη η τουρκοκρατία είχε από καιρό προγραφεί από την κοινή γνώμη σαν κάτι άκρως άδικο που δεν υποφέρεται. Εάν λοιπόν μια ζηλότυπη και γεμάτη φόβο πολιτική των κυβερνήσεων θεωρεί τον Ελληνικό Αγώνα απελευθερώσεως άκαιρο για τους δικούς της σκοπούς, παρά ταύτα δεν θα πετύχει, παρ’ όλα τα σοφίσματά της, να κάνει τον κόσμο να πιστέψει ότι αυτός ο αγώνας είναι άδικος.» Στο Συνέδριο της Βερόνας στο τέλος του 1822 επικράτησε ο Μέτερνιχ, εκδίδοντας ψήφισμα, που καταδίκαζε την Ελληνική Επανάσταση χαρακτηρίζοντάς την μια «ανόητη και εγκληματική επιχείρηση». Το φιλελληνικό κίνημα στη Γερμανία κλονίστηκε. Διακόπηκε μέχρι το 1826 για να δημιουργηθεί το νέο ρεύμα φιλελληνισμού με αφορμή την τραγική πτώση του Μεσολογγίου. Άλλες φιλελληνικές εκδηλώσεις ήταν η δημιουργία φιλελληνικών κομιτάτων με πρωτοβουλία καθηγητών όπως του θεολόγου Fr. Nagel, του J. Neander, του Barthold Georg Niebuhr και άλλων, που προέτρεπαν την ίδρυση φιλελληνικών σωματείων, την παροχή ποικίλης αρωγής ,τους εράνους σε χρήμα και σε είδη, την στρατολόγηση νέων εθελοντών, πανεπιστημιακών δασκάλων των Ελλήνων σπουδαστών και την συγκρότηση στρατιωτικών σωμάτων για την Ελλάδα. Σημαντικά κέντρα φιλελληνικής δράσης στη Γερμανία υπήρξαν το Αμβούργο, η Βρέμη, το Ντάρμσταντ και η Στουτγκάρδη. Συγκροτήθηκε η «Ελληνογερμανική Λεγεώνα» από τον καθηγητή Zimmermann, τον Chevalier από τη Γενεύη και τον υπασπιστή της φρουράς του Αμβούργου, Dannenberg. Στην πόλη Ντάρμσταντ ο Θεόδωρος Νέγρης συγκρότησε και απέστειλε εθελοντικό σώμα στην Ελλάδα στο οποίο συνέβαλε ο Koster, ένας πρώην αξιωματικός του Πρωσικού στρατού, που ήρθε στις αρχές του 1821 στην Ελλάδα, πολέμησε και έφυγε απογοητευμένος από την υπάρχουσα χαοτική κατάσταση. Το 1827 ιδρύθηκε στην πρωτεύουσα της Βαυαρίας το «Πανελλήνιον», με σκοπό την ανατροφή ορφανών παιδιών από την Ελλάδα. Ο γερμανικός φιλελληνισμός αναπτύχθηκε χάριν στον κλασικισμό και τον ρομαντισμό που καλλιεργήθηκαν στην Γερμανία τα προεπαναστατικά χρόνια, ενώ τονώθηκε με την δράση των Ελλήνων σπουδαστών και εμπόρων και με την συμμετοχή των Γερμανών φιλελλήνων στα επαναστατικά γεγονότα στην Ελλάδα. Στην Κρήτη, ο γιατρός Σχιεράϊπερ το 1823 παρείχε ιατρική και φαρμακευτική περίθαλψη, ενώ ο Hane ανέλαβε την διοίκηση του φρουρίου της Γραμβούσας το 1828.
Αιτία της ανάπτυξης του ινδικού φιλελληνισμού ήταν οι από την αρχαιότητα και τους χρόνους του Μεγάλου Αλεξάνδρου επαφές και επιδράσεις του ελληνικού πολιτισμού στην ινδική χερσόνησο, που δεν σταμάτησαν ούτε κατά την περίοδο του Μεσαίωνα. Η υπάρχουσα κατάσταση των Ινδών και η αποικιακή κατοχή από τους Άγγλους προδιέθετε θετικά για τον αγώνα των Ελλήνων. Η παρουσία Ευρωπαίων και Ελλήνων εμπόρων σε σημαντικά λιμάνια εμπορικά κέντρα των Ινδιών, όπως η Καλκούτα και η Δάκκα ήταν φορείς Ευρωπαϊκών φιλελεύθερων ιδεών. Αναφέρουμε την αποστολή στην Ινδία του Ζακυνθινού Νικόλαου Κεφαλά το 1823, ως εκπροσώπου της Ελληνικής Διοίκησης του αγώνα, για έρανο υπέρ της Ελληνικής Επανάστασης. Η Φιλελληνική Εταιρεία της Καλκούτας συστήθηκε στα τέλη του 1823 από τον ίδιο τον Νικόλαο Κεφαλά. Κύριος αγωγός πληροφόρησης για την Ελλάδα ήταν τα εμπορικά πλοία που έφταναν από την Ευρώπη στο Ινδικό λιμάνι και η Φιλελληνική Εταιρεία της Καλκούτας. Με συγκεντρώσεις και δημοσιεύματα στον τοπικό τύπο, όπως στην «Εφημερίδα της Καλκούτας», προβάλλονταν νέα από την επαναστατημένη Ελλάδα. Πραγματοποιήθηκε έρανος και συγκεντρώθηκαν 25.380 ρούπια ή 2.200 λίρες στερλίνες. Ο Άγγλος επίσκοπος της Καλκούτας προσέφερε 200 λίρες στερλίνες. Στον έρανο ανταποκρίθηκαν και οι Κινέζοι. Τελικά στην Ελλάδα έφτασαν μόνο 1.200 λίρες στερλίνες. Μέλη της Εταιρείας, εκτός από Έλληνες-μέλη της παροικίας, ήταν και Άγγλοι, όπως πρόεδρος ήταν ο Άγγλος Άρινγκ, αλλά Αμερικανοί και Ινδοί. Ο γιος του Ινδού σουλτάνου της Μυσώρης, Τίππο Σαΐντ, αγωνιστή της ινδικής ανεξαρτησίας από την Αγγλική κατοχή, παρέστη και αυτός σε συγκέντρωση της Εταιρείας. Υπήρξαν Εβραίοι που συμπαραστάθηκαν και Εβραίοι που επέδειξαν αρνητική στάση απέναντι στον Εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα των Ελλήνων. Σύμφωνα με τον καθηγητή Σ. Λουκάτο: παράγοντες που εμπόδισαν την ανάπτυξη του εβραϊκού φιλελληνισμού ήταν ο μεταξύ των Ελλήνων και των Εβραίων φυλετικός φανατισμός και η θρησκευτική μισαλλοδοξία. Εκδηλώθηκε με την διαπόμπευση του σώματος του Γρηγορίου του Ε’ από Εβραίους της Κωνσταντινούπολης και τις σφαγές που υπέστησαν οι Εβραίοι της Οδησσού από τους Έλληνες και Ρώσους. Ακολούθησε η σφαγή των Εβραίων της Τριπολιτσάς, ο οικονομικός ελληνοεβραϊκός ανταγωνισμός και η ανάγκη επιβίωσης των Εβραίων μέσα στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Παράγοντες που καλλιέργησαν τον φιλελληνισμό ήταν η Φιλελεύθερη Ευρωπαϊκή ιδέα, οι φιλικοί δεσμοί Ελλήνων και Εβραίων της διασποράς, ο ποιητής Ανδρέας Κάλβος, φίλος και δάσκαλος των Ελληνικών στην οικογένεια Finzi στην Φλωρεντία, η κοινή συμβίωση Ελλήνων και Εβραίων, ο Χανέν, Εβραίος της Τριπολιτσάς που σώθηκε με την οικογένειά του. Στις δυτικοευρωπαϊκές χώρες κοινωνικοί, ιδεολογικοί, πολιτικοί και οικονομικοί παράγοντες ευνόησαν τις ιδεολογικές ζυμώσεις μεταξύ των Εβραίων της διασποράς. Τους έκαναν δεκτικούς στα φιλελεύθερα μηνύματα και στον εκχριστιανισμό των Εβραίων με μικτούς γάμους μεταξύ Ελλήνων και Εβραίων. Περιορισμένης έκτασης ήταν και οι προσφορές των Εβραίων στην Ελληνική Επανάσταση, η συμμετοχή σε μάχες, η συμπαράσταση σε φυλακισμένους, η παροχή ιατρικής βοήθειας, η συμμετοχή σε φιλελληνικά κομιτάτα, οι εκκλήσεις για συνδρομές υπέρ των Ελλήνων, η συμπαράσταση εκ μέρους Εβραίων δημοσιογράφων. Στην Ελληνική υπόθεση της απελευθερώσης του έθνους από τους Τούρκους συμμετείχαν και συνέβαλαν ο Adolphe Cremieux από την Γαλλική πόλη Νιμ, μέλος της Φιλελληνικής Εταιρείας,ο Ιωάννης Λέχος που ήλθε στην Ελλάδα το 1805, βαπτίστηκε χριστιανός και μετέβη το 1822 στην Κρήτη όπου συμμετείχε σε μάχες στην περιοχή Κισσάμου. Το 1823, εργάσθηκε αμισθί στο επαρχείο Σαντορίνης και στο σώμα του Φαβιέρου. Ο Δημήτριος Ιωάννου Λέχος Πολωνοεβραίος, γιος του προηγούμενου και ο Έλβιγκ, ραβίνος στο Werle της Βεστφαλίας που απηύθυνε έκκληση το 1826 σε όλες τις ισραηλιτικές κοινότητες να συνδράμουν. H οικογένεια του Φίντζι Ραφαέλλο, που συμπεριλήφθηκαν σε λίστα υπόπτων στην Φλωρεντία με σκοπό την απέλασή τους λόγω των φιλελεύθερων θέσεων τους. Ο Limpan Srie, ραβίνος που ζούσε στη Φλωρεντία και λόγω των φιλελεύθερων θέσεων του συμπεριλαμβανόταν και αυτός στην προηγούμενη λίστα. Οι Passigli και Consiglio Giyseppe, που ζούσαν στην Φλωρεντία, φίλοι του Κάλβου, όπως οι δύο προηγούμενοι. Ο Εβραίος δημοσιογράφος στο Παρίσι Λαφίτ Γεώργιος, που αρθρογραφούσε υπέρ του Ελληνικού αγώνα, ο Ραφαήλ Γεώργιος που εγκαταστάθηκε στην Ελλάδα και βαπτίστηκε χριστιανός, ο ο γιατρός από την ισραηλιτική οικογένεια της Ζακύνθου Ιωάννης Χη,, που ασπάσθηκε τον χριστιανισμό και παρείχε ιατρικές υπηρεσίες στους Επαναστατημένους Έλληνες. Ο εκχριστιανισμένος Εβραίος από την Ρωσία, που μετείχε στην επανάσταση της Μολδοβλαχίας, Ιάκωβος Μαβέιτς,, αλλά και ο Νιάρντι Μποτελάτ και η Ιωαννίτσα Μποτεζάν, οι εκχριστιανισμένοι Εβραίοι που συμμετείχαν στην επανάσταση στο Ιάσιο. Για τους Τούρκους που με διάφορους τρόπους συνένδραμαν στην Επανάσταση, μπορούμε να αναφέρουμε πρόσωπα, είτε πολιτικές είτε θρησκευτικές προσωπικότητες, όπως τον μουσουλμάνο θρησκευτικό ηγέτη, τον σεϊχουλισλάμη Χατζή Χαλίλ Εφέντη, που αρνήθηκε να επικυρώσει την εντολή του σουλτάνου Μαχμούτ Β΄ για αθρόα σφαγή των ελληνικών πληθυσμών, με τίμημα την εξορία του και τη δολοφονία του και τον γιατρό του Ανδρούτσου και του Μακρυγιάννη, Χασάν Αγά Κούρταλη. Η σχέση της Ελληνικής κοινωνίας με τις βαλκάνιες κατεχόμενες κοινωνίες προσδιορίζονται από την κοινή τύχη έναντι του κοινού δυνάστη και εχθρού, από το «ομόδοξον», από τη διείσδυση της ελληνικής γλώσσας στην Βουλγαρία και στη Σερβία, λόγω της δράσης του Πατριαρχείου, από το γεγονός του διορισμού Ελλήνων ηγεμόνων στις Παραδουνάβιες περιοχές, από τις εμπορικές ανταλλαγές και από την εγκατάσταση παροίκων στις αντίστοιχες χώρες. Εξαίρεση αποτέλεσε η Αλβανία που προσδεμένη θρησκευτικά και κοινωνικά στην Οθωμανική αυτοκρατορία ήταν συχνά σύμμαχος στα κατασταλτικά μέτρα σε βάρος των Ελλήνων. Η κοινή τύχη και η ελπίδα απελευθέρωσης των Βαλκανικών λαών, αλλά και η οργάνωση τους σε ένα κράτος αποτυπώνεται στον Θούριο του Ρήγα. Ο ιστορικός Νικολάι Τοντόροφ αναφέρει έναν κατάλογο με τα ονόματα αγωνιστών που συμμετείχαν στο κίνημα του Υψηλάντη. Η εθνολογική σύσταση τους ποικίλει: 199 Μολδαβοί, 9 Βλάχοι, 132 Βούλγαροι, 72 Σέρβοι, 2 Μαυροβούνιοι, 2 Βόσνιοι, 4 Δαλματοί, 7 Αλβανοί, 4 Ούγγροι, 3 Εκχριστιανισμένοι Τούρκοι. Οι Αλβανοί που μετείχαν στο κίνημα καταγράφονται ως Έλληνες . Ο Μουσταφά Γκέκας, ο Αμπτής Γκέκας, ο Μάκος Κούστα που λειτουργούσε ως κομιστής επιστολών του Αλή πασά προς τους Έλληνες συνεκστράτευσε με τον Καραϊσκάκη στην Ανατολική Στερεά και στην Καποδιστριακή περίοδο διορίστηκε ως εκατόνταρχος της Β’ χιλιαρχίας. Ο Μπαϊράμης Λιάπης διατελώντας υπό την ηγεσία του Νικ. Κριεζιώτου συμμετείχε σε πολεμικές επιχειρήσεις στο Τρικέρι και στην Ανατολική Στερεά. Ο Ελληνικής καταγωγής, Ρουμάνος πρίγκιπας Αλέξανδρος Κατακουζηνός επικεφαλής εκατό Αλβανών κατέλαβε το Κάστρο της Μονεμβασιάς τον Ιούλιο του 1821. Ο αδελφός του Γεώργιος Κατακουζηνός, αξιωματικός στο Ρωσικό στρατό, συνόδευε τον Υψηλάντη στην διάβαση του Προύθου. Ο Ρουμάνος βογιάρος Γεώργιος Βοϊνέσκου, συνόδευσε τον Δημήτριο Υψηλάντη στην Ελλάδα και συμμετείχε σε μάχες μαζί του. Ο Βογιάρος Ιορδάνης Ροζνοβάνου, βοήθησε το κίνημα της Μολδοβλαχίας οικονομικά με 10.000 ολλανδικά δουκάτα και 300 άλογα.Ο δε μητροπολίτης Βενιαμίν Κοστάκη προσέφερε χρήματα και άλογα. Μέλη της Φιλικής Εταιρείας διετέλεσαν οι Ρουμάνοι: Γρηγόριος Μπρακοβεάνου και Μπάρμπου Βακαρέσκου. Την θυσία των Ρουμάνων Ιερολοχιτών που έπεσαν στο πεδίο της μάχης ύμνησε ο ποιητής Γρηγόριος Αλεξανδρέσκου με το ποίημά του «Τα μνήματα του Δραγατσανίου». Οι διακηρύξεις του Ρήγα είχαν απήχηση στους Σέρβους, που επιχείρησαν να αποσπάσουν ανεπιτυχώς τον Ρήγα από τους Τούρκους. Οι μεταξύ τους σχέση συσφίγγονταν από την ένοπλη συμπαράσταση των Ελλήνων στις Σερβικές εξεγέρσεις του 1804-1813 και 1815-1833. Ο δε Καραγεώργης μυήθηκε στην Φιλική Εταιρεία. Σημαίνοντες Σέρβοι που μετείχαν στα γεγονότα της Μολδοβλαχίας ήταν οι: Μιλένκο Στοΐκοβιτς, Πέταρ Ντομπρνιάκ, Χατζή Προντάν Γρηγορίεβιτς, ο Μλάντεν Βιλοβάνοβιτς, Κωνσταντίνος Νεμάνια. Η επίσημη Σερβία επέδειξε παθητική στάση αλλά ένοπλα σώματα της κατέρχονταν και έφταναν στην Ελλάδα, όπως του Χατζηχρήστου Ντάγκοβιτς που εργάστηκε στον Μεχμέτ Αλή της Αιγύπτου, ενώ μετά την πτώση της Τριπολιτσάς προσχώρησε στον Νικηταρά. Συμμετείχε στη μάχη στα Δερβενάκια και στην πολιορκία της Θήβας. Μετεπαναστατικάο Ντάγκοβιτς έγινε στρατηγός και υπασπιστής του Όθωνα. Επίσης βοήθησαν οι: Θωμάς Σέρβος, Λάμπρος Σέρβος, Θανάσης Σέρβος στο Μεσολόγγι, ο Κωνσταντίνος Μαριανός και ο Ιωάννης Στοΐκοβικ. Όταν εξερράγη η Ελληνική Επανάσταση ο μητροπολίτης Μαυροβουνίου Πέτρος Πέτροβιτς εξέδωσε ενθουσιώδη προκήρυξη. Πολλοί ήταν οι Μαυροβούνιοι που συμμετείχαν στο κίνημα του Υψηλάντη στις Παραδουνάβιες ηγεμονίες. Ο Βάσος Μαυροβουνιώτης σε έλαβε μέρος σε μάχες στα μέρη της Εύβοιας, στην Πελοπόννησο, στην Ανατολική Στερεά, στην Αττική, στην Αθήνα, στην Κύπρο και στην Θεσσαλία. Τέλος, πήρε τον βαθμό του χιλίαρχου και στρατηγού και έγινε υπασπιστής του Όθωνα. Ο Τζωάννος Σλαβάνος Μαυροβουνιώτης, ο Τζωάνος Μοντενεγρίνος που πολέμησε στην άλωση της Τριπολιτσάς και ο Γρηγόριος Τζούροβιτς, που μετεπαναστατικά ζήτησε από τον Καποδίστρια εργασία ανάλογη της προσφοράς του στον αγώνα. Ο Μαυροβούνιος στρατηγός Ουΐτζ, που πολέμησε με τον Ναπολέοντα, εκπόνησε πολεμικό σχέδιο για εθελοντικό σώμα από δύο χιλιάδες άνδρες με σκοπό την απελευθέρωση. Στο σώμα του Θεόδωρου Βαλλιάνου μετείχαν επτά Άραβες, όπως και στο σώμα του Κωνσταντίνου Μαυρομιχάλη, ενώ τέσσερις Αιγύπτιοι βρίσκονταν στην ομάδα του Διαμαντή Ζέρβα. Ο Αιγύπτιος Καραγιώργης Χαμπέσσης μάχονταν μαζί με τον Καραϊσκάκη και τον Μελετόπουλο, ενώ ο Μαμελούκος Εκβέν Δαβουσσί, πέθανε στο Πέτα. Στην Τεργέστη, πύλη εξόδου στην Επαναστατημένη Ελλάδα, ο Δημήτριος Υψηλάντης οργάνωσε τακτικό σώμα κατά τα δυτικοευρωπαϊκά πρότυπα με προγυμναστή στρατιωτικό, τον φιλέλληνα αξιωματικό του γαλλικού στρατού Bαλέστ. Χρησιμοποίησε Ιταλούς και Γάλλους αξιωματικούς για να επικουρήσουν στο έργο του. Συνάντησαν όμως απροθυμία να αξιοποιηθούν ή να χρηματοδοτηθούν από τους τοπικούς πολιτικούς και στρατιωτικούς αρχηγούς. Οι βαθμοφόροι πλεόναζαν και οι θέσεις ήταν περιορισμένες, ενώ απογοητεύονταν όταν η ιεράρχηση δεν ήταν ανάλογη του βαθμού τους. Οι Έλληνες δεν ήταν σε θέση ή δεν ήθελαν να τους χρηματοδοτήσουν γιατί έπρεπε να μεριμνήσουν για τα δικά τους σώματα. Η συμμετοχή σε επιχειρήσεις κατάληψης πόλεων συνεπαγόταν και μερίδιο στις λείες και έπρεπε να αποκλεισθούν οι ξένοι. Περιφρονούσαν τους νεότερους φιλέλληνες, τους θεωρούσουν απειροπόλεμους και απροετοίμαστους για τις ανάγκες του αγώνα. Όταν ήλθαν στην Ελλάδα οι Φιλέλληνες είχαν να αντιμετωπίσουν οικονομικές επιβαρύνσεις, δυσκολίες στην μετακίνηση λόγω αποστάσεων, απαγορεύσεις των αρχών των πατρίδων τους ή άλλων χωρών απ’ όπου έπρεπε να περάσουν και διαιρετικούς παράγοντες που υπονόμευαν την ενότητα. Συναντούσαν ελλείψεις στην οργάνωση και στον συντονισμό του αγώνα, ανταγωνισμούς μεταξύ των οπλαρχηγών και έλλειψη χρημάτων για τη συντήρηση τους. Το τακτικό σώμα του Βαλέστ έμεινε αναξιοποίητο στο Ναβαρίνο και την Τριπολιτσά, όπως και η ομάδα του Γκόρντον. Τους απωθούσε η πρωτόγονη, πολεμική τακτική κάποιων Ελληνικών ομάδων και των οπλαρχηγών τους. Ήταν απογοητευμένοι από τα αποτελέσματα των συμμετοχών τους σε διάφορες μάχες που δεν στέφονταν πάντα από επιτυχία, όπως η μάχη του Πέτα. Η ιεράρχησή τους γεννούσε παρεξηγήσεις. Κάποιοι έπεσαν θύματα ληστειών από Έλληνες. Αποτιμώντας συμπερασματικά την προσφορά των ξένων σήμερα στην επέτειο των 200 χρόνων από την επανάσταση του 1821, διαπιστώνουμε μέσα από την παραπάνω εκτεταμένη κατάθεση των στοιχείων, πως υπήρξε πραγματικά δυναμική, ουσιαστική, πολυκύμαντη και πρισματική, παρά τις όποιες αντιξοότητες. Η βαθμιαία καίρια κινητοποίηση τους υπέρ της Ελληνικής υπόθεσης, παρά τις δύσκολες ή τις περίεργες συνθήκες που προέκυψαν και παρεπιδημούσαν, ενέτεινε έμπρακτα στην ηθική δικαίωση και στην ψυχολογική ενίσχυση των Ελλήνων επαναστατών και του αγώνα, παρότι κάποιες κυβερνήσεις αστάθμητα έμειναν ανεπηρέαστες στις αποφάσεις τους από όλη αυτήν την δραστηριότητα. Οι ανταγωνισμοί στο εσωτερικό της Ευρώπης, οι συσχετισμοί των δυνάμεων και η επιθυμία να κλείσει ένα πεδίο αναταραχής στην ανατολική Μεσόγειο υπερίσχυσαν και καθόρισαν αρκετές φορές αρνητικά την πολιτική τους απέναντι στην Ελληνική Επανάσταση. Ο φιλελληνισμός του ελπιδοφόρου αγώνα τερματίστηκε με την δημιουργία του νεοσύστατου Ελληνικού κράτους, που ήταν το απαραίτητο ζητούμενο επιστέγασμα των συνολικών Ελληνικών προσπαθειών και τέθηκε σε σύγκριση με το ευρωπαϊκό, πολιτισμικό επίπεδο. Από την άλλη μεριά ο κλασικισμός περιήλθε σε μια κάμψη και αποδυνάμωση. Περιορίστηκε αναγκαστικά σε επιστημονικό, θεωρητικό επίπεδο καθώς οι σύγχρονοι, εξελιγμένοι, προηγμένοι δημοκρατικοί και φιλελεύθεροι κύκλοι της Ευρώπης αναζητούσαν μέσα έκφρασης, που θα ανθούσαν και εκτός των αρχαίων ελληνικών προτύπων.
*Ο ΛΕΟΝΤΙΟΣ ΠΕΤΜΕΖΆΣ είναι Ιστορικός αναλυτής , λογοτέχνης ,κριτικός τέχνης –λογοτεχνίας.