Η πανδημία… δεν σκότωσε την πειρατεία, ενώ παράλληλα εκτόξευσε και τις αγορές προϊόντων απομίμησης. Σύμφωνα με την τελευταία έκθεση του Γραφείου Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO) σχετικά με τη συμπεριφορά των νέων όσων αφορά στις παραβιάσεις διανοητικής ιδιοκτησίας, περισσότεροι από τους μισούς (52%) Ευρωπαίους, ηλικίας 15-24 ετών, αγόρασαν τουλάχιστον ένα προϊόν απομίμησης στο διαδίκτυο κατά τη διάρκεια της περασμένης χρονιάς, ενώ το 33% απέκτησαν πρόσβαση σε ψηφιακό περιεχόμενο από παράνομες πηγές.
Χαρακτηριστικό του ρόλου που διαδραμάτισε η πανδημία είναι ότι ενώ στην προηγούμενη έκθεση, το 2019, το ποσοστό των εσκεμμένων αγορών προϊόντων απομίμησης δεν ξεπερνούσε το 14%, σήμερα το 37% των Ευρωπαίων νέων δηλώνουν ότι προχώρησαν σε αυτές τις αγορές εκ προθέσεως, γνωρίζοντας δηλαδή ότι τα προϊόντα στο καλάθι αγορών τους δεν ήταν αυθεντικά. Μάλιστα, το υψηλότερο ποσοστό -και με διαφορά- εσκεμμένων αγορών διατηρεί η Ελλάδα, με το 62% να παραδέχονται ότι επρόκειτο για συνειδητή πράξη (ακολουθεί η Κύπρος με 53%). Η Ελλάδα διατηρεί το υψηλότερο ποσοστό και της εσκεμμένης χρήσης πειρατικού περιεχομένου (25% έναντι 21% που είναι ο ευρωπαϊκός μέσος όρος).
«Τα αποτελέσματα της έρευνας σχετικά με τις αγορές πλαστών προϊόντων είναι ανησυχητικά και είναι πιθανό να αντικατοπτρίζουν την μεγάλη αύξηση των ονλάιν αγορών κατά τη διάρκεια της πανδημίας» σχολιάζει στην «Κ» ο Χούλιο Λαπόρτα, επικεφαλής Επικοινωνίας του EUIPO. «Θα πρέπει να σημειώσουμε ότι μολονότι το κόστος παραμένει το μεγαλύτερο κίνητρο για την αγορά ενός προϊόντος απομίμησης, παρατηρούμε ότι οι κοινωνικές επιρροές κερδίζουν έδαφος. Έχουν αυξηθεί όσοι απαντούν ότι ‘το ίδιο κάνουν φίλοι ή γνωστοί’. Και δεν θα πρέπει να ξεχνάμε το ρόλο των σόσιαλ μίντια, όπου ινφλουένσερς και άλλα δημόσια πρόσωπα προωθούν ανοιχτά προϊόντα τα οποία οι νεαροί καταναλωτές δεν μπορούν να αγοράσουν -και άρα τους ωθούν έμμεσα στην αγορά απομιμήσεων. Σε κάποιες συγκεκριμένες περιπτώσεις έχουμε δει ινφλουένσερς να προωθούν οι ίδιοι πλαστά προϊόντα ή και παράνομο περιεχόμενο». Πράγματι, ένας στους 10 ερωτηθέντες ανέφερε ότι έκανε την αγορά κατόπιν «σύστασης από ινφλουένσερς ή διάσημους».
Εκτός από την τιμή, τη διαθεσιμότητα και τις κοινωνικές επιρροές, άλλοι παράγοντες πίσω από την εσκεμμένη αγορά προϊόντων απομίμησης, σύμφωνα με την έρευνα, είναι η αδιαφορία για το αν το προϊόν είναι πλαστό, η πεποίθηση ότι δεν υπάρχει διαφορά μεταξύ αυθεντικών προϊόντων και απομιμήσεων, καθώς και η ευκολία εύρεσης και παραγγελίας των απομιμήσεων ονλάιν. Τα προϊόντα παραποίησης/απομίμησης που αγοράζουν εσκεμμένα με μεγαλύτερη συχνότητα οι νεαροί καταναλωτές στην Ευρώπη είναι ενδύματα και αξεσουάρ ένδυσης (17%), υποδήματα (14%), ηλεκτρονικές συσκευές (13%) και προϊόντα υγιεινής, καλλυντικά, είδη προσωπικής φροντίδας και αρώματα (12%). Είναι χαρακτηριστικό ότι ένα 37% καταναλωτών έκαναν τις αγορές κατά λάθος, έχοντας παραπλανηθεί, δηλώνοντας μάλιστα ότι δυσκολεύονται να διακρίνουν τα αυθεντικά προϊόντα από τις απομιμήσεις τους.
Σε ό,τι αφορά το ψηφιακό περιεχόμενο, η έρευνα του EUIPO δείχνει ότι μπορεί η πειρατεία καλά να κρατεί αλλά οι νέοι αρχίζουν να αναζητούν περιεχόμενο από νόμιμες πηγές. Το 60% δήλωσε ότι δεν είχε χρησιμοποιήσει, παίξει, κάνει λήψη ή παρακολουθήσει live περιεχόμενο από παράνομες πηγές κατά τη διάρκεια της περασμένης χρονιάς, σε σύγκριση με 51% το 2019 και 40% το 2016. «Η τάση υπέρ των νόμιμων πηγών είναι εμφανής» λέει ο κ. Λαπόρτα. «Οι αιτίες μπορεί να είναι πολλές. Η διαθεσιμότητα ψηφιακού περιεχομένου από νόμιμες πηγές και η μεγάλη ανάπτυξη υπηρεσιών streaming εξηγούν σε ένα βαθμό τον περιορισμό της πειρατείας και την αυξημένη κατανάλωση νόμιμου περιεχομένου. Το 47% των Ευρωπαίων νέων δήλωσαν ότι η διαθεσιμότητα φθηνών νόμιμων επιλογών είναι παράγοντας κλειδί για να τους κρατήσει μακριά από πειρατικό περιεχόμενο». Μεταξύ άλλων οι νέοι αναφέρουν επίσης ότι λόγοι για να διακόψουν τη χρήση παράνομου ονλάιν περιεχομένου είναι οι κυβερνοαπειλές και η κυβερνοαπάτη, ο κίνδυνος να αντιμετωπίσουν ποινές, αλλά και η κακή ποιότητα του ίδιου του πειρατικού περιεχομένου.
Δεν χρειάζεται εφησυχασμός λέει ο κ. Λαπόρτα. «Η πειρατεία ανάμεσα στους νέους δεν πέφτει: το 21% των ερωτώμενων ακόμα παραδέχονται ότι έχουν εν γνώση τους αποκτήσει πρόσβαση σε πειρατικό περιεχόμενο τους τελευταίους 12 μήνες, κυρίως ταινίες, τηλεοπτικές σειρές, μουσική και ζωντανές αθλητικές αναμετρήσεις. Η Ελλάδα κυμαίνεται λίγο ψηλότερα από τον μέσο όρο με 25% των νέων να παραδέχονται ότι κατεβάζουν πειρατικό περιεχόμενο. Η έρευνα μας δείχνει επίσης ότι ένα τρίτο των νέων καταναλωτών βρίσκουν δύσκολο να ξεχωρίσουν ανάμεσα στο νόμιμο και το παράνομο περιεχόμενο ή έστω δεν τους νοιάζει η διαφορά. Είναι λοιπόν κρίσιμο να συνεχίσουμε να ευαισθητοποιούμε τους καταναλωτές για την σημασία της διανοητικής ιδιοκτησίας, τη συνεισφορά της στην οικονομία και τη δημιουργία θέσεων εργασίας όσο και για τις επιπτώσεις της παραβίασης της. Η γνώση θα φέρει αλλαγή των συμπεριφορών και θα οδηγήσει σε πιο ενημερωμένες επιλογές».
Σε ό,τι αφορά τα brands, η ζημιά είναι ανυπολόγιστη, αναφέρει ο ίδιος. «Οι καταναλωτές τείνουν να απομακρύνονται από τις εταιρίες που δείχνουν ευάλωτες σε τέτοιες πρακτικές, ένας φαύλος κύκλος που κινείται εις βάρος των νόμιμων δημιουργών και επιχειρηματιών. Η εμπορία πλαστών προϊόντων και παράνομου ψηφιακού περιεχομένου είναι μια μάστιγα, με τις εταιρίες, τους δημιουργούς και τους καταναλωτές στο τέλος να χάνουν. Οι μόνοι που κερδίζουν είναι οι εγκληματίες».

Κίνδυνος για την υγεία
Τα προϊόντα απομίμησης: μπορεί να αποτελέσουν κίνδυνο για την υγεία και την ασφάλεια των πολιτών τονίζει στην “Κ” ο επικεφαλής Επικοινωνίας του Γραφείου Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO) Χούλιο Λαπόρτα. «Συνήθως δεν συμμορφώνονται με τις προδιαγραφές ποιότητας και ασφαλείας και μπορεί να περιέχουν επικίνδυνα συστατικά ή εξαρτήματα. Από απομιμήσεις καλλυντικών και φαρμάκων μέχρι απομιμήσεις παιχνιδιών, από παράνομα φυτοφάρμακα μέχρι νοθευμένα τρόφιμα και ποτά, αυτά τα προϊόντα μπορούν να βλάψουν την υγεία μας, αλλά και το περιβάλλον». Όπως λέει ο ίδιος, κατά τη διάρκεια της πανδημίας του COVID-19, υπήρξε ταχεία διάδοση ψεύτικων φαρμάκων, από αντιβιοτικά μέχρι παυσίπονα όπως και άλλα είδη προστασίας, όπως μάσκες.
Αντίστοιχα, η χρήση πειρατικού περιεχομένου εγκυμονεί κινδύνους για την ασφάλεια των καταναλωτών στο διαδίκτυο. «Επιπλέον, αυτό που δεν αντιλαμβάνονται οι πολίτες όταν αγοράζουν ένα πλαστό προϊόν ή όταν αποκτούν πρόσβαση σε πειρατικό περιεχόμενο είναι ότι μπορεί να στηρίζουν δραστηριότητες του οργανωμένου εγκλήματος. Υπάρχουν αποδείξεις για τη σύνδεση των εγκλημάτων διανοητικής ιδιοκτησίας με άλλα εγκλήματα, από εμπόριο ναρκωτικών μέχρι καταναγκαστική εργασία και κυβερνοέγκλημα μέχρι ξέπλυμα χρήματος».