Γιὰ μιὰ κατάθεση παρουσίας
Σιωπηλὸς
Νόημα κάνω σὲ ἕνα ἄδειο τραπέζι
ἐλπίδα γιὰ παραμόρφωση τοῦ γύρω “τίποτα”
μάταιη βέβαια μὰ ἀκριβὴ
Ὅ,τι ὀνειρεύτηκα δὲν μὲ περιμένει πιὰ
ἀφαιρέσεις ζωγραφίζει στὸ χῶμα μου
μοναξιὰ ἀργόσυρτη προσδίδει
Ὅ,τι
γιὰ προσωρινὴ ἔστω λιγόλεπτη λιγόζωη διαμονὴ
ἀπαιτητικὸ ζητάει τριζοβόλημα ποὺ κάνουν οἱ φλόγες
ὅταν κρυφοκαῖνε τήν πολύπαθη σάρκας μου
μά καὶ τὴν ψυχὴ μου ἀντάμα
Ὅλο καὶ πιὸ μακριὰ μὲ βρίσκω μετὰ
σὲ λαθεμένες λέξεις ἐγκλεισμένο σὲ ψεύτικη οἰκειότητα
στὸ παρελθὸν τρέχω τρέχω νὰ κρυφτῶ
Κάθε φορὰ λάθος κίνηση λάθος λέξη λάθος ζωὴ
μὲ τὸ δάχτυλο στὰ χείλη σκιάζω
τὰ ὑπολείμματα τόσων ἀπωλειῶν προσθέτοντας κι ἄλλες
Κάθε φορὰ στὴν ἄγονη γνώριμη διαδρομὴ
τόσων καὶ τόσων ἀτίθασων δακρύων
στὸ νικηφόρο τερματισμὸ τους μόνος μένω
σὰν μιὰ ἄδεια σπασμένη κεραμικὴ τσαγιέρα
λιγοστεύω ζωὴ κομματιάζομαι
Κάθε φορὰ
μετανιώνοντας γι αὐτὸ ποὺ εἶμαι
εἶμαι
Σὲ μιὰ παρηκμασμένη ἀχρησιμοποίητη
γωνιὰ τῶν χειλιῶν μου ἀφήνομαι
μὲ τόσες συσσωρευμένες καὶ πεθαμένες ἀπὸ τὴ λογικὴ
μελανιὲς
ἠθελημμένα σφάλλω σφηνώνει ἡ μοναξιὰ ὡς τὸ κόκκαλο
παρατημένος ἀνάμεσα σὲ στοῖβες βιβλίων σῶμα γέρικης
παρακμῆς διαλύσεως σέ ἀνάσες προσδοκιῶν λάθη συλλέγω
Σὲ αὐτὸν τὸν κόσμο δὲν ἀνήκω
μὲ σῶμα ἀδύναμο καταφύγιο βουβῆς λυπημένης βροντῆς
πέτρινης ματαιότητας δὲν ἀνήκει
Μὲ πρόσωπο κρυμμένο στὰ χέρια χαμογελῶ
ἐλπίζοντας ὅ,τι ἡ ἰσχὺς τοῦ κάλλους
θά σκεπάσει τὸν ἐνδόμυχο φόβο τῆς ὕπαρξης
χαμογελῶ
στὸ παιχνίδι τῆς ζωῆς μὲ φθαρτὲς λέξεις κυκλοφορῶ
ἡ ἧττα δύναμη εἶναι ψελλίζω μέσα μου
ΣΕ ΕΝΑ ΟΝΕΙΡΟ ΣΚΟΝΤΑΨΑ ΠΑΛΙ
3/7/22 Νησὶ Γρεβενῶν
Γιάννης Μασμανίδης