Γράφει η Λίντα Τζουβάρα
Η ποίηση δεν είναι απλά για ανάγνωση. Είναι για να μας απασχολεί. Αν και οι πωλήσεις των βιβλίων ποίησης δηλώνουν ότι δεν μας απασχολεί και πολύ, ωστόσο πάντα θα υπάρχει μια θερμή σχέση μεταξύ των ποιητών και των λίγων αναγνωστών. Γιατί είναι λίγοι οι αναγνώστες; Γιατί τα βιώματά μας από τη μαθητική ηλικία είναι συνδεδεμένα με την ποίηση με έναν βαρετό και ανούσιο τρόπο, που μας ακολουθεί ως ενήλικες και δεν μας αφήνει να δημιουργήσουμε τη σχέση που θα έπρεπε μαζί της. Εκτός αν επενδυθεί μουσικά και ο ρυθμικός της ήχος θα κάνει τον στίχο πιο ελκυστικό. Όμως η ποίηση πάντα δονείται από ήχους που ερμηνεύονται ποικιλοτρόπως ανάλογα με τη διάθεση, τον τρόπο αντίληψης και το συναισθηματικό υπόβαθρο του αναγνώστη.
Διαβάζοντας την ποιητική συλλογή «Το ονόμασαν σπίτι» της Μαρίας Ρουκά, επιβεβαιώνει κανείς ότι η ποίηση επιτελεί τον σκοπό της όταν φυτεύει ερωτηματικά στον αναγνώστη, ανεξάρτητα αν αυτά συνοδεύονται και με απαντήσεις.
Η γραφή της δεν έχει να κάνει με γενικότητες, αοριστίες και επιτηδευμένες φράσεις που στοχεύουν στις εντυπώσεις. Εδώ η ουσία έχει δύναμη και συνοχή:
«Ιστορίες ζαρωμένες
Σε μαξιλαροθήκες τσαλακωμένες και σεντόνια
Τις διηγούνται τραυλίζοντας σε μονοπάτια.
Με μια σταγόνα κολόνια «Μυρτώ» να αναδύεται.
Ανάσες κεντημένες σε σεμεδάκια με φορεμένη δαχτυλήθρα στο δάχτυλο.
Μη και ματώσει η πλέξη».
Ιστορίες συμπυκνωμένες σε λέξεις και φράσεις που δεν κινούνται ανάμεσα σε ετερόκλητα νοήματα, είναι εκεί με τη λιτότητά τους και τη δωρικότητά τους:
«Θόρυβος από βαλίτσες που φεύγουν.
Εκείνη με άδεια χέρια ακολουθούσε τη γραμμή εξόδου.
Της ήρθαν στο νου τα σημεία στίξης.
Με ένα κόμμα ξεκίνησε τούτο το ταξίδι
με μια τελεία έφτασε στο τέρμα.
Αύριο η βαλίτσα της θα ΄μπαινε στο χώρο των απωλεσθέντων».
Από κάθε στίχο εκτινάσσεται η πειθαρχία, τα σταράτα λόγια, χωρίς περιθώρια για λυρικούς στοχασμούς:
«Σσσ! Δεν θέλω ήττες,
Την κουρτίνα τράβα.
Απ΄ έξω άσε εκείνους
που τις σιωπές στραγγαλίζουν,
με φθόγγους άηχους».
Χωρίς πολλά καλολογικά στολίδια, τα ποιήματά της αποπνέουν μια συγκινησιακή δύναμη, κάτι που καταφέρνουν πολύ καλά οι λέξεις από μόνες τους, έτσι όπως τοποθετούνται μέσα στο ποίημα:
«Φορτωμένος ο τόπος απουσίες.
Μήτε ο άνεμος σαλεύει πια,
Κόμπος ΄μποδίζει την κατάφορτη
από θυμό κραυγή.
Κόμπος η κραυγή μάνα
κόμπος η πληγή μητέρα
κόμπος και η προσευχή Θεέ μου…
…ανακατωμένο το σήμερα με στάχτη».
«Το ονόμασαν σπίτι». Με μνήμες που δύσκολα θα σβήσουν. Εκτός αν έρθει ένα κύμα «να τα σαρώσει, να σβήσει τα στερνά, τα πονεμένα».
Η ποιητική συλλογή «Το ονόμασαν σπίτι» της Μαρίας Ρουκά, με απεικονίσεις έργων του εικαστικού Τζίμη Χύτα, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πανός.
Η Μαρία Ρουκά γεννήθηκε στη Δεσκάτη Γρεβενών και εργάζεται στον χώρο της υγείας. Έχει εκδώσει άλλες δύο ποιητικές συλλογές, «Μυρωδιά από γιασεμί και άγριο χορτάρι» και «Άνευ».