Σοβαρά και ευτράπελα
Του Βαγγέλη Μπάκα
Κάθε βράδυ, λίγο πριν με πάρει ο ύπνος, κάνω τον απολογισμό της μέρας. Κλείνω ταμείο, κι ας είναι μείον! Πάλι βενζίνη έβαλα σήμερα. Κι όσο για πετρέλαιο μάλλον θα πάρω ένα μπουκαλάκι για εντριβές!
Το πρώτο θέμα που με απασχόλησε ήταν η κηδεία της Λισαύου! Να τι σκέφτηκα. Εάν η τελευταία της επιθυμία ήταν να ταφεί σε στενό οικογενειακό κύκλο, και τα λεφτά τα οποία εξοικονομούνταν τα δίνανε στα νηστικά παιδιά της Αφρικής, τότε ίσως βρισκότανε κάποιο καρεκλάκι στον παράδεισο και γι αυτήν. Τόσα διαμάντια και μπιλιτζίκια έκλεψε από τη μαύρη Ήπειρο, για να λάμπει η ίδια! Ποιος ξέρει πόσα περιουσίες κοστίζουν θα χρυσαφικά της και όχι μόνο. Αλλά τι να λέμε τώρα για φετίχ και παραμύθια! Αν είχα σήμερα ένα χεσμένο βρακί της Μαίρυλιν Μονρόε θα ήμουνα πιο πλούσιος κι από για από τους μεγιστάνες! Αλήθεια! Τώρα το σκέφτηκα. Από πού βγαίνει αυτή η λέξη! Να έχουν μεγάλες στάνες! Να είναι τσοπαναραίοι! Όχι όχι!
Το δεύτερο θέμα ήταν τα αναδρομικά. Πόσα εκατομμύρια λεπτά ξόδεψε ο Αυτιάς με το Μητρόπουλο σε καταστάσεις αναδρομικών για να τα κάνει λεφτά στην τσέπη τους! Να και το αλληλογλείψιμο:
«Έχεις δίκιο Αλέξη μου»
«Ναι! Όπως τα λες είναι Γιώργο μου. Ξοδέψαμε πολύ φαιά ουσία να κάνουμε αυτές τις καταστάσεις για τα αναδρομικά των αδικημένων συμπολιτών μα! Κρίμα!».
Φαιά αρκούδα που σας χρειάζεται! Οι συνταξιούχοι δεν πήραν ούτε δεκάρα. Ενώ εσείς τα τσεπώνεται κάθε μέρα. Φούρκα με τσέπουρα στον κώλο!…
Και μόλις με επισκέφτηκε ο Μορφέας τι λέτε να είδα! Πάλι αυτά τα δυο βλαμμένα, αλλά το ευχαριστήθηκα.
Έχω οργώσει με το αλέτρι και το ζευγάρι των βοδιών εκατοντάδες στρέμματα γης. Η πιο ξεκούραστη άροση όμως ήταν η αποψινή! Ευχάριστη από κάθε άποψη! Αχ και να ‘τανε αληθινό το όνειρο το αποψινό!
Είδα να οργώνω το μεγαλύτερο χωράφι μας με κινητήριο δύναμη δυο βόδια. Το ένα ήταν ο Αυτιάς! Και το άλλο ο Μητρόπουλος! Κι αφού δεν ήταν τρακτέρ, για να πατώ το γκάζι να κάνουν γρήγορα, σούβλιζα τους πισινούς του Κλέοβη και του Βίτωνα με τη φαρμακερή βουκέντρα μου.
Ο μικρόκωλος Αυτιάς διαμαρτύρονταν συνέχεια: Πονάω! Πιο σιγά! Πονάω! Κι εγώ βούλιαζα το καρφί όλο και πιο βαθειά, όπως οι νοσοκόμες τις βελόνες των εμβολίων στα παχουλά μπράτσα της κάθε κυρίας Τούμπου!
Ο Μητρόπουλος όλο βογκούσε. Κάπου κάπου έριχνε και εκείνο το γητεμένο βλέμμα επάνω μου, μπας και τον λυπηθώ, μα εγώ έμπηγα το καρφί ακόμα πιο βαθειά! Οπότε του λέω: Εάν δεν πεις, «πονάω αλλά μ’ αρέσει», θα στο χώνω ακόμα πιο βαθειά!
Ξαφνικά έπιασε μια μπόρα και οι κεραυνοί κάνανε, στιγμιαία, τη νύχτα μέρα.
Ο πρώτος κεραυνός έπεσε ένα μέτρο μπροστά από τον Αυτιά. Οπότε λέω:
«Ε ντε!…».
Ο δεύτερος κεραυνός έπεσε ένα μέτρο μπροστά από το Μητρόπουλο. Οπότε λέω και πάλι:
«Έ ντε!» Όχι από λύπηση, αλλά μην τυχόν και ο επόμενος κεραυνός βρει εμένα και απαλλαγούν τα βλαμμένα από το ζυγό:
Ο τρίτος κεραυνός έπεσε ακριβοδίκαια επάνω στο ζευγάρι και το κομμάτιασε! Οπότε λέω:
«Άιντε ντέ!» φωναχτά!… Τόσο που ξύπνησα τη σύζυγο!
Όταν ξύπνησε και η σύζυγος, πολύ αργότερα, μου είπε:
«Πολύ ανήσυχος ήσουνα απόψε Βαγγέλη! Μήπως είδες κανένα κακό όνειρο; Πότε έλεγες: Έ ντε! Και πότε: Αϊντε ντε!»
«Καλό ήταν το όνειρο, αλλά να ήταν αληθινό! Άστο! Εσύ δεν είδες κανένα όνειρο;».
«Είδα τη βασίλισσα να μαζεύει δαμάσκηνα».
«Τόσα που μάζεψες, τι περίμενες να δεις! Άμα κάνεις μαρμελάδα στείλε της κανένα βάζο για να γλυκαθεί. Φαρμακωμένη έφυγε! Κι αφού ο διάδοχος του θρόνου είναι κι αυτός τόσο ξινός, μπορεί να πάρει λίγη γλυκάδα…
Υ.Γ. Θα πάνε όλοι να αποτίσουν, και ποτίσουν, με διαμαντένια δάκρυα… φόρο τιμής (κι εδώ φόρος) στην εκλιπούσα. Όλοι πλην Λακεδαιμονίων!
Θα το ήθελαν πολύ, ο Πούτιν και Μτβέγιεφ, να ήταν Λακεδαιμόνιοι, αλλά γίνεται να είσαι μικροτσούτσουνος και Σπαρτιάτης ταυτόχρονα!
Σπάρτα! (Ακόμα και τα σπαρτά έκαψαν οι βλαμμένοι. Ευτυχώς που οι ηλίανθοι δεν καίγονται).