1ο Τα γεγονότα μέχρι το 1918. Βενιζέλος – Κεμάλ*
Γράφει ο Στέργιος Πουρνάρας, φιλολόγος - μουσικός
Προέδρος Συνδέσμου Γραμμάτων και Τεχνών ΠΕ Γρεβενών
Εκατό χρόνια από τη μικρασιατική καταστροφή και η προσοχή όλων είναι στραμμένη σε αυτό το τραγικό γεγονός που είχε ως αποτέλεσμα τον ξεριζωμό του Ελληνισμού από την γη της Ιωνίας και του Εύξεινου Πόντου, περιοχές τις οποίες είχε αποικίσει και ζούσε για περισσότερα από δυόμιση χιλιάδες χρόνια. Ήταν η μεγαλύτερη τραγωδία του Ελληνισμού που σήμανε το τέλος της Μεγάλης Ιδέας με την οποία γαλουχήθηκαν και βαυκαλίστηκαν πολλές γενιές Ελλήνων από το 1843 που Ιωάννης Κωλλέτης εισηγήθηκε τον όρο στην ελληνική Βουλή και ευαγγελιζόταν την απελευθέρωση των αλύτρωτων αδελφών.
Είναι σε όλους γνωστό ότι, όταν ξέσπασε η ελληνική επανάσταση του 1821 οι Μεγάλες Δυνάμεις ήταν υπέρ της ακεραιότητας της Οθωμανικής αυτοκρατορίας και την καταδίκασαν τα δύο πρώτα χρόνια. Στη συνέχεια εξαιτίας των αγώνων και των θυσιών των Ελλήνων και του φιλελληνικού κινήματος, αλλά και για ίδιον όφελος μεταστράφηκε η αγγλική πολιτική (1823) και συμπαρέσυρε και τις άλλες Δυνάμεις οι οποίες κατάλαβαν ότι είναι καλύτερο να υπάρχουν δύο κράτη με διαφορές και διαμάχες, για να μπορούν κάθε φορά να επεμβαίνουν ως διαιτητές. Έτσι το (1832) με τις διπλωματικές ενέργειες του Ιωάννη Καποδίστρια, που θυσιάστηκε για να πετύχει τον σκοπό του, δημιουργήθηκε ένα μικρό ελληνικό ανεξάρτητο κράτος που περιλάμβανε την Πελοπόννησο, τη Στερεά και κάποια νησιά.
Το 1864 ενσωματώθηκαν στο ελληνικό κορμό τα Επτάνησα και το 1881 η Θεσσαλία, ενώ η Κρήτη, αν και έδωσε έναν σκληρό αγώνα (1866 - 1869) με πολλές θυσίες δεν τα κατάφερε, γιατί οι Σύμμαχοι θεώρησαν ότι δεν ήταν ακόμα καιρός. Το 1897 το ελληνικό κράτος γνώρισε μια ντροπιαστική ήττα από την Οθωμανική αυτοκρατορία και κινδύνευσε να χάσει τη Θεσσαλία, αποδεικνύοντας έτσι την οικονομική και πολεμική του αδυναμία. Εκδηλώθηκε τότε μεγάλη δυσαρέσκεια για τον θεσμό της βασιλείας που θεωρήθηκε υπεύθυνος για την αποτυχία και την εθνική ντροπή και άρχισαν οι πρώτες αντιδράσεις εναντίον της κυβέρνησης.
Στις αρχές του 20ου αιώνα η Οθωμανική Αυτοκρατορία είχε αποδυναμωθεί και ήταν ο μεγάλος ασθενής. Έτσι και οι Μεγάλες Δυνάμεις ήταν υπέρ του διαμελισμού της και ανέχονταν τα διάφορα εθνικιστικά κινήματα των υπόδουλων λαών και κυρίως της Βαλκανικής. Ξέσπασε λοιπόν ο Μακεδονικός Αγώνας (1904-1908) για τη διεκδίκηση της Μακεδονίας ανάμεσα στην Ελλάδα και τη Βουλγαρία και ύστερα από σθεναρή αντίσταση και με πολλές θυσίες η Μακεδονία παρέμεινε ελληνική. Εν τω μεταξύ Έλληνες αξιωματικοί του Στρατιωτικού Συνδέσμου με επικεφαλής τον Νικόλαο Ζορμπά έκαναν κίνημα στο Γουδί (1909) και ζητούσαν μεταρρυθμίσεις στη διοίκηση, την παιδεία, την οικονομία και το
στράτευμα, γιατί έβλεπαν τις εξελίξεις και πίστευαν ότι η Ελλάδα έπρεπε να προετοιμαστεί για την επερχόμενη σύγκρουση με την Τουρκία και τα βαλκανικά κράτη. Ζητούσαν μάλιστα ως νέο ηγέτη τον Ελευθέριο Βενιζέλο ο οποίος είχε αναδειχθεί από του αγώνες της Κρήτης για την απελευθέρωσή της.
Έτσι, από το 1910 μέχρι το 1920 θα αναλάβει το τιμόνι της ελληνικής κυβέρνησης ο Κρητικός άντρας που θα συνδέσει τη ζωή του με την οριστική διαμόρφωση των συνόρων του νεοελληνικού κράτους με τις μεγάλες επιτυχίες των βαλκανικών πολέμων (1912- 1914) και την προσθήκη της Ηπείρου, της Μακεδονίας και της Κρήτης στον ελληνικό κορμό με τεράστιες οικονομικές, δημογραφικές και εθνολογικές συνέπειες, καθώς στη Μακεδονία υπερτερούσε πια το ελληνικό στοιχείο, αλλά και την προσπάθεια, μετά το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου (1914 - 1918) που η Ελλάδα βρέθηκε με το μέρος των νικητών, για την υλοποίηση της μεγάλης Ιδέας. Ανέλαβε λοιπόν ένα πολύ τολμηρό εγχείρημα που τελικά απέτυχε και λόγω του εθνικού διχασμού, αλλά και σθεναρής αντίστασης του Κεμάλ Ατατούρκ, του μεγάλου Τούρκου ηγέτη και της αλλαγής πλεύσης της πολιτικής των Μεγάλων Δυνάμεων, οι οποίες, ενώ με τη συνθήκη των Σεβρών επεδίωξαν τον διαμελισμό της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, δύο χρόνια αργότερα, που Βενιζέλος δεν βρισκόταν πια στην εξουσία, με την καταστροφή της Σμύρνης και την ανταλλαγή των πληθυσμών στη συνέχεια με την συνθήκη της Λωζάννης, ξερίζωσαν από τη Μικρασία τον επί πολλά χρόνια ακμάζοντα ελληνικό πληθυσμό και έβαλαν την ταφόπλακα στη μεγάλη Ιδέα.
Νεαροί Τούρκοι αξιωματικοί από την άλλη μεριά, όταν κατάλαβαν τους σκοπούς των Μεγάλων Δυνάμεων και επειδή έβλεπαν ότι ο Σουλτάνος ήταν υποχείριό τους και ανήμπορος να αντιδράσει, το 1908 έκαναν το κίνημα των Νεοτούρκων με φιλελεύθερο προσωπείο, υποσχόμενοι ισονομία και ισοπολιτεία στις εθνότητες που κατοικούσαν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Νεαρός αξιωματικός τότε και ο Κεμάλ που αναδείχτηκε σε ηγετική μορφή που κατά τη διάρκεια του μικρασιατικού πολέμου (1918-1923) θα οργανώσει στο εσωτερικό της Τουρκίας το εθνικιστικό κίνημα, αποτρέποντας τον εμφύλιο πόλεμο με το Σουλτάνο στην αρχή, όπως επιθυμούσαν οι Σύμμαχοι και πετυχαίνοντας με την ουδετερόφιλη πολιτική του να γίνει ο πατέρας των Τούρκων και να διασώσει την Τουρκία από τον αφανισμό.
Οι Οθωμανοί από την στιγμή που υποδούλωσαν τη Μικρά Ασία με τους μαζικούς εξισλαμισμούς είχαν μειώσει αρκετά τους ελληνικούς και χριστιανικούς πληθυσμούς, αλλά τον 18ο και 19ο αιώνα είχαν ενισχυθεί και πάλι με τις μεταναστεύσεις από τον ελλαδικό χώρο και έπαιζαν πρωταγωνιστικό ρόλο στην οικονομική και πνευματική ζωή της Σμύρνης, της Πόλης και του Πόντου. Το 1914 όμως άρχισαν οι αθρόες μεταναστεύσεις Μουσουλμάνων από τη Σερβία, Βουλγαρία και Ελλάδα προς τη Μικρά Ασία και οι πρώτοι μεγάλοι διωγμοί των Ελλήνων από την Ανατολική Θράκη και τη Μικρά Ασία. Παρά τις διαμαρτυρίες του Οικουμενικού Πατριαρχείου που κήρυξε την Ορθόδοξη Εκκλησία σε διωγμό και παρά τις διπλωματικές ενέργειες του ελληνικού κράτους για εθελούσιες ανταλλαγές των Ελλήνων της Τουρκίας με Μουσουλμάνους της Ελλάδας, η κατάσταση δεν άλλαξε, αλλά επιδεινώθηκε, γιατί οι Τούρκοι επέβαλαν και διάφορες καταπιέσεις που ανάγκαζαν τους ελληνικούς πληθυσμούς να εγκαταλείψουν τις πατρογονικές τους εστίες:
οι έκτακτες επιβαρύνσεις και επιτάξεις αγαθών, τα εμπόδια στις εμπορικές τους δραστηριότητες, η μετατόπιση πληθυσμών στο εσωτερικό της Τουρκίας και, το χειρότερο, τα τάγματα εργασίας (αμελέ ταμπουρού), που σήμαιναν εξόντωση του ανδρικού πληθυσμού, οδήγησαν πολλούς Έλληνες από όλες τις περιοχές στην πόρτα της εξόδου.
Λίγα χρόνια πριν την μεγάλη καταστροφή είχε αρχίσει η αντίστροφη μέτρηση για τον Ελληνισμό της Μικράς Ασίας.
*Με αφορμή την επέτειο για τα 100 χρόνια από τη μικρασιατική καταστροφή, επειδή για πολλά χρόνια δίδασκα αυτό το σημαντικό κεφάλαιο της σύγχρονης ιστορίας μας και επειδή ακόμα διαβάζω και ενημερώνομαι και έχω αρκετό χρόνο στη διάθεση μου, θα προσπαθήσω, όσο πιο απλά και αντικειμενικά γίνεται, να προσεγγίσω αυτό το κεφαλαιώδες ζήτημα με τις αρνητικές αλλά και τις θετικές συνέπειες σε δέκα εβδομαδιαία άρθρα.
2o Οι συνθήκες ειρήνευσης του Α’ Παγκοσμίου πολέμου, η αποβίβαση του ελληνικού στρατού στη Σμύρνη και ο εθνικισμός των Τούρκων
Γράφει ο Στέργιος Πουρνάρας, φιλολόγος - μουσικός
Πρόεδρος Συνδέσμου Γραμμάτων και Τεχνών ΠΕ Γρεβενών
Στο 1ο άρθρο της προηγούμενης εβδομάδας το οποίο είχε και χαρακτήρα εισαγωγής είδαμε πώς διαμορφώθηκαν οι συνθήκες για τον μικρασιατικό πόλεμο (1918-1923), που ήταν ευνοϊκές για την Ελλάδα, καθώς μετά τη λήξη του Α΄ Παγκοσμίου πολέμου βρέθηκε με το μέρος των Δυνάμεων της Αντάντ, Τριπλής ή Εγκάρδιας Συνεννόησης (Αγγλία, Γαλλία, Ιταλία) οι οποίες επικράτησαν έναντι των Κεντρικών Αυτοκρατοριών ή Τριπλής Συμμαχίας (Γερμανία, Αυστροουγγαρία, Τουρκία). Η Αγγλία και η Γαλλία κυρίως και λιγότερο η Ιταλία και οι ΗΠΑ ήταν υπέρ της διάλυσης της Οθωμανικής αυτοκρατορίας και του διαμοιρασμού των εδαφών της. Ο Σουλτάνος ήταν άβουλος πια και υποχείριο των Δυνάμεων της Αντάντ, αλλά ο λαϊκός ηγέτης της Τουρκίας, ο Μουσταφά Κεμάλ αποτραβήχτηκε στο εσωτερικό της και με ορμητήριο την Άγκυρα συγκέντρωσε ισχυρή δύναμη και άρχισε την αντίσταση.
Στο Συνέδριο της Ειρήνης στο Παρίσι (1919-1920) με πρωτεργάτες τον Γάλλο πρωθυπουργό Κλεμανσό, τον Βρετανό Λόυντ Τζόρτζ και τον Αμερικανό Πρόεδρο Ουίλσον χαράχτηκε εκ νέου ο χάρτης της Ευρώπης και της Εγγύς Ανατολής από την Βαλτική μέχρι τον Περσικό Κόλπο, βασισμένη στα 14 σημεία που πρότεινε ο Αμερικανός Πρόεδρος. Οι μεγάλοι ηττημένοι ήταν η Γερμανία με τη Συνθήκη των Βερσαλλιών (1919) και η Οθωμανική αυτοκρατορία με τη Συνθήκη των Σεβρών (1920). Η λογική που επικράτησε στις συνθήκες ήταν εκτός από την τιμωρία των ηττημένων με αφαίρεση εδαφών, αποστρατικοποίηση και βαριές αποζημιώσεις να επικρατήσει με βάση την «αρχή των Εθνοτήτων» η αυτοδιάθεση των λαών της Ανατολικής Ευρώπης (10ο σημείο) και η αυτοδιάθεση των λαών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας (12ο σημείο).
Σε αυτό το πλαίσιο και ο Βενιζέλος τον Δεκέμβριο του 1918 υπέβαλε τις εθνικές διεκδικήσεις οι οποίες περιλάμβαναν τη Βόρειο Ήπειρο, τη Θράκη, τα δυτικά παράλια της Μικράς Ασίας και τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου, πλην των Δωδεκανήσων. Οι διεκδικήσεις αυτές στηρίζονταν στην εθνολογική σύνθεση του πληθυσμού, γιατί, όπως υποστήριζε ο Βενιζέλος « η Ελλάς δεν πηγαίνει όπου λείπει η εθνολογική βάση». Δεν απαίτησε την ανεξαρτησία του Πόντου παρά τις εκκλήσεις των Ποντίων, γιατί πίστευε ότι κάτι τέτοιο ήταν ανέφικτο, αλλά συμβούλεψε τους αντιπροσώπους των Ποντίων να κατευθυνθούν προς τη δημιουργία Ποντοαρμενικής Δημοκρατίας, η οποία και δημιουργήθηκε με την Συνθήκη των Σεβρών, αλλά δυστυχώς ήταν βραχύβια μετά την επικράτηση του Κεμάλ.
Ο Βενιζέλος λοιπόν για να ευνοήσει την υλοποίηση των διεκδικήσεών του δέχτηκε να συμμετάσχει στην εκστρατεία της Ουκρανίας εναντίον των Μπολσεβίκων, γεγονός που
θα τους δυσαρεστήσει και, εκτός από τους διωγμούς των Ελλήνων της περιοχής, αργότερα θα συνάψουν (1921) Σύμφωνο Φιλίας και Συνεργασίας με τον Κεμάλ το οποίο θα αλλάξει τη στάση των Συμμάχων προς την Ελλάδα.
Τις 2 Μαΐου του 1919 ο αξιόμαχος ελληνικός στρατός αποβιβάζεται στη Σμύρνη, κυρίως με την προτροπή της Αγγλίας, ένα τολμηρό εγχείρημα που εξυπηρετούσε, εκτός από τις εθνικές διεκδικήσεις και τον αγγλικό επεκτατισμό που ήθελε να ελέγχει όλη την περιοχή από τα Στενά των Δαρδανελίων μέχρι τα πετρέλαια της Μοσούλης. Αυτή την κίνηση δεν την είδαν με καλό μάτι ούτε η Γαλλία που ενδιαφερόταν για την περιοχή της Κιλικίας ούτε η Ιταλία που διεκδικούσε την περιοχή της Αττάλειας ούτε οι ΗΠΑ που φοβήθηκε ότι το ελληνικό στοιχείο της Σμύρνης που είχε στα χέρια την οικονομία και τον πολιτισμό της περιοχής θα δυνάμωνε ακόμη περισσότερο. Πάντως οι Έλληνες της Σμύρνης ξέσπασαν σε πανηγυρισμούς και πίστεψαν ότι ήρθε το πλήρωμα του χρόνου για να ενωθούν με τη μητέρα Ελλάδα. Η κατάληψή βέβαια ήταν βιαστική, γιατί για την ίδια περιοχή ενδιαφερόταν και η Ιταλία και προσωρινή, γιατί η τύχη της θα κρινόταν με δημοψήφισμα μετά από πέντε χρόνια, όπως αποφασίστηκε τον επόμενο χρόνο στην Συνθήκη των Σεβρών. Πάντως ο ελληνικός στρατός, ενώ στην αρχή κατέλαβε το βιλαέτι του Αϊδινίου σιγά σιγά άρχισε να επεκτείνει το μέτωπο ύστερα από πρόσκληση των Ελλήνων της ενδοχώρας και επειδή η στασιμότητα έριχνε το ηθικό φρόνημα του στρατεύματος. Έτσι χωρίς να το καταλάβει απομακρυνόταν από τα κέντρα ανεφοδιασμού και ήταν πιο ευάλωτος στις νυχτερινές επιθέσεις των Τούρκων. Αυτό εκνεύριζε τους στρατιώτες και μερικοί τράπηκαν σε ορισμένα έκτροπα που και μεμονωμένα ήταν και δεν είχαν την έγκριση της διοίκησης, σε αντίθεση με τους Τούρκους που ακολουθούσαν την πολιτικής της γενοκτονίας, τόσο για του Αρμένιους όσο και τους Έλληνες.
Οι Τούρκοι από τη μεριά τους με ηγέτη των Κεμάλ κατάλαβαν ότι κινδυνεύει το έθνος τους και οργάνωσαν το κίνημα της «Εθνικής Άμυνας» με σύνθημα «η Τουρκία για τους Τούρκους» και, χωρίς να στραφούν στην αρχή εναντίον του Σουλτάνου και να κάνουν εμφύλιο πόλεμο, όπως επιθυμούσε η Αγγλία κυρίως, ενώθηκαν και ανέπτυξαν ένα πρωτόγνωρο εθνικιστικό κίνημα. Ο Κεμάλ άλλαξε πια στόχο και με βάση την αρχή της αυτοδιάθεσης πρότεινε να αγωνιστούν για ένα νέο εθνικό κράτος και όχι για την διατήρηση της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Ξεκινώντας την άνοιξη του 1919 από τον Πόντο έκανε πολλές συναντήσεις και συνέδρια (Αμάσεια, Ερζερούμ, Σεβάστεια) και συσπείρωσε πολλούς δυσαρεστημένους αξιωματικούς και στρατιώτες. Στο συνέδριο της Σεβάστειας αποφασίστηκε να γίνουν εκλογές στις οποίες επικράτησαν οι εθνικιστές, αλλά έδρα της Βουλής ορίστηκε η Κωνσταντινούπολη και όχι η Άγκυρα, όπως είχε προτείνει ο Κεμάλ, για αυτό και ο ίδιος, αν και είχε εκλεγεί βουλευτής του Ερζερούμ, δεν παρουσιάστηκε ποτέ στην Εθνική Βουλή. Η Βουλή όμως ψήφισε το «Εθνικό Συμβόλαιο» που είχαν αποφασίσει οι επαναστάτες στα προηγούμενα συνέδρια και άρχισαν έτσι οι εχθροπραξίες εναντίον των Γάλλων και των Αρμενίων στην Κιλικία στις αρχές του 1920. Για αυτά τα γεγονότα καταδικάστηκαν σε θάνατο ο Κεμάλ και οι οπαδοί του και η Τουρκία ήταν πια στα πρόθυρα του Εμφυλίου πολέμου ο οποίος ξεκίνησε τον Μάρτιο του 1920, όταν οι Άγγλοι κατέλαβαν μαζί με τους συμμάχους την Κωνσταντινούπολη. Έτσι, όλοι οι Τούρκοι κατάλαβαν ότι ο
Σουλτάνος ήταν αιχμάλωτος των Άγγλων και ενίσχυσαν την κυβέρνηση Εθνικής Άμυνας του Κεμάλ με έδρα την Άγκυρα. Φιλοσουλτανικά κινήματα εκδηλώθηκαν από τους Έλληνες του Πόντου, του Κούρδους, τους Κιρκάσιους και Λαζούς και του Αρμένιους της Κιλικίας τα πιο πολλά υποκινούμενα από τους Άγγλους.
Η μανία του Κεμάλ, ιδίως μετά τη Συνθήκη των Σεβρών το 1920, θα στραφεί εναντίον του ελληνικού στρατού που τον θεωρούσε στρατό κατοχής, γιατί οι διεκδικήσεις των Ελλήνων είχαν εθνολογική βάση και ήταν μόνιμες. Από την αρχή της αποβίβασής του ξέσπασε ένα άτακτος ανταρτοπόλεμος, όμως οι μεγάλες δυσκολίες θα φανούν τα δύο επόμενα έτη 1920 και 1921, όταν θα αποκρουστεί η τελική ελληνική επίθεση στον Σαγγάριο και θα αρχίσει η άτακτη οπισθοχώρηση και οι μεγάλες απώλειες.
Πηγές:
· Ιστορία του νεότερου και του σύγχρονου κόσμου (1815 – έως σήμερα), Γ’ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ, Σελ.. 75 – 93
· Θέματα Νεοελληνικής Ιστορίας, Γ’ ΛΥΚΕΙΟΥ, Θεωρητική Κατεύθυνση, σελ. 137 -169
· ΕΤΣΙ ΧΑΣΑΜΕ ΤΗ ΜΙΚΡΑΣΙΑ, ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ, ΦΑΝΗ Ν. ΚΛΕΑΝΘΗ, ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟΝ ΤΗΣ «ΕΣΤΙΑΣ» Ι. Δ. ΚΟΛΛΑΡΟΥ & ΣΙΑ Α.Ε., ΑΘΗΝΑ, 1983
· ΙΕΕ, ΝΕΩΤΕΡΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ ΑΠΟ ΤΟ 1913 ΩΣ ΤΟ 1941, ΤΟΜΟΣ ΙΕ’, ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΑΘΗΝΩΝ Α.Ε., ΒΡΑΒΕΙΟ ΑΚΑΔΗΜΙΑΣ ΑΘΗΝΩΝ 1980, σελ. 8 – 270
· ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ
2 Μαΐου 1919: η αποβίβαση του ελληνικού στρατού στη Σμύρνη.