Της αγιογράφου, κριτικού βιβλίου -τέχνης , Μαριλένας Φωκά (ΜΑ)
Με την διεθνή στροφή στις αρχές του 18ου αιώνα στην αρχαία Ελληνική Γραμματεία, το θέατρο, τα ιδανικά που κόμιζε και την επίδρασή του στο Ευρωπαϊκό θέατρο, αναγνωρίστηκε η σπουδαιότητα του και αναζωπυρώθηκε η ανάγκη της μελέτης του. Έτσι στην Ελλάδα έγιναν προσπάθειες για την «αναβίωσή» του όπως αυτή στις 10 Μαΐου του1927 με την παράσταση του Προμηθέα Δεσμώτη του Αισχύλου στους Δελφούς (ιερός χώρος του μαντείου των Δελφών και χώρος μέγιστου ανασκαφικού ενδιαφέροντος). Η αναβίωση αυτή ήταν πολιτική και κοινωνική αναγκαιότητα καθώς η Ελλάδα είχε βιώσει την καταστροφή του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, τον Εθνικό Διχασμό αλλά και την Μικρασιατική Καταστροφή του 1922 και είχε την ανάγκη της τόνωσης του εθνικού φρονήματος και της εξεύρεσης εθνικού οράματος προσβλέποντας σε πολιτισμικές μεταλλαγές που θα οδηγούσαν στον προσδιορισμό της Ελληνικής εθνικής ταυτότητας.
Η αναβίωση αυτή τράβηξε την προσοχή διεθνώς και έλαβε χώρα στα πλαίσια των Δελφικών Εορτών με την διοργάνωση των Άγγελου Σικελιανού που ήταν ο «υπερσκηνοθέτης», μύστης-ποιητής και οραματιστής της Δελφικής Ιδέας και της αρχαιολόγου και χορογράφου Εύας Σικελιανού – Πάλμερ που λειτούργησε ως ενδυματολόγος, οργανώτρια, χορογράφος, και χορηγός της παράστασης.
Φυσικά το αποτέλεσμα δεν ήταν το ίδιο, δηλ. ακριβώς η παράσταση όπως έγινε στην Αθήνα του 4ου και 5ου αιώνα π.Χ. Κατ’ αρχάς, το κοινό ήταν διαφορετικό. Το κοινό της Αθήνας του 5ου αιώνα ήταν πολυπληθέστερο από αυτό του 1927, είχε διαφορετική κατάρτιση αλλά κυρίως είχε την συλλογική συνείδηση «του συμπαγούς σώματος » που βίωνε ως πολίτες μιας πόλης με ουσιαστικό δημοκρατικό πολίτευμα και που τον διαφοροποιούσε από το περιορισμένο κοινό των 1.000 ατόμων που αποτελείτο από διανοούμενους κυρίως, του 1927 μέσα στο κλίμα μιας ταραγμένης πολιτικής κατάστασης και ενός διαφοροποιημένου θεατρικού δρώμενου.
Ο χώρος ήταν επίσης διαφορετικός : από το Θέατρο του Διονύσου και αργότερα της Επιδαύρου των αρχαίων, στους Δελφούς το 1927. Και στις δυο περιπτώσεις όμως o χώρος ήταν υπαίθριος, ανοικτός. Σχετικά με το σκηνικό των αρχαίων δραμάτων ο χώρος της παράστασης είναι κατά βάση «ο τόπος, η φύση » που παίζει ρόλο στο θεατρικό δρώμενο. Στον Προμηθέα Δεσμώτη 1927 σκηνικό θεωρείτο πάλι η φύση (κοινό σημείο) αλλά με την προσθήκη προσαρμοσμένων σκηνικών (κατασκευή βράχου από πεπιεσμένο χαρτί πάνω στον οποίο δέθηκε ο Προμηθέας, κ.α.).
Άλλο στοιχείο κοινό με την αρχαιότητα : υπήρχε και η συμμετοχή κριτών οι οποίοι έστεψαν με δάφνες τους νικητές στα αγωνίσματα.
Διαφορά υπήρχε και στην γλώσσα. Το μεν κείμενα των τραγωδιών, σατυρικών δραμάτων και κωμωδιών της αρχαιότητας ήταν γραμμένα στην αρχαία Ελληνική, ενώ το κείμενο του Προμηθέα Δεσμώτη ήταν μια καλή μετάφραση του Κώστα Γρυπάρη στην νέα Ελληνική. Τα χορικά και την Μουσική έγραψε ο δάσκαλος βυζαντινής μουσικής, Κωνσταντίνος Ψάχος. Για την κίνηση πηγή στάθηκε η αγγειογραφία (από ζωγραφική του Εκζεκία και του Δούρη) και εκγυμναστής στον Πυρρίχειο ήταν ο ερασιτέχνης λαογράφος Θάνος Βελούδιος που χρησιμοποίησε 16 Ευζώνους και διάνθησε τον Πυρρίχιο με στοιχεία από τον Ζεϊμπέκικο. Ο χορός αυτός συνδύαζε την όρχηση (διονυσιακό) και την απαγγελία (απολλώνιο στοιχείο) και ταίριαζε στην ώσμωση των δύο στοιχείων που επιθυμούσε ο Σικελιανός.
Πριν από κάθε παράσταση το 427 π.Χ. και μετά τελούνταν θυσίες στους θεούς, γίνονταν εξαγνισμοί θεατών, κληρώνονταν οι θέσεις τους και προηγούταν πομπή (για την μεταφορά του αγάλματος του Διονύσου) ενώ στον Προμηθέα το 1927 έγιναν ομιλίες την 1η και την 2η μέρα έγιναν κάποια αγωνίσματα (Πένταθλο, δρόμου με εξάρτηση αρχαίου οπλίτη, και άλλα) και λαμπαδηδρομίες., χορεύτηκαν τοπικοί χοροί (πυρρίχιος με πανοπλίες κ.α.) από νέους/ες με τοπικές φορεσιές, εξαιρώντας την όποια θρησκευτική εμπλοκή στο θέατρο (μνεία στους θεούς γινόταν μόνο στο κείμενο και στην ορκωμοσία των αθλητών), κρατώντας μόνο το αγωνιστικό πνεύμα.
Ακόμα, στην αρχαία Ελλάδα τα έξοδα της διοργάνωσης και της παράστασης επωμιζόταν ο χορηγός και την διοργάνωση και την εποπτεία της εορτής την είχε είτε ο Βασιλέας (Λήναια) είτε ο Επώνυμος Άρχων (Εν Άστει Διονύσια). Αντίθετα, το 1927 ο Προμηθέας Δεσμώτης παρουσιάστηκε στα πλαίσια των Δελφικών Εορτών (Δελφικής Ιδέας) και εμπνευστής και διοργανωτής του ήταν ο Άγγελος Σικελιανός μαζί με την συνδιοργανώτρια και χρηματοδότη Εύα Σικελιανού-Πάλμερ.
Μεγάλη διαφοροποίηση υπήρχε και στην σκευή. Τα πτερωτά σανδάλια ακολούθησαν οι κόθορνοι στους υποκριτές των ελληνιστικών χρόνων. Σε αυτό το σημείο διαφαίνεται μαι σύγκλιση καθώς στον Προμηθέα οι γυναίκες του χορού φορούσαν σανδάλια. Διατηρήθηκαν οι χιτώνες και οι μανδύες που ήταν υφασμένοι στον αργαλειό, με την εισαγωγή του λαογραφικού στοιχείου από την Εύα Πάλμερ – Σικελιανού ενώ στα προσωπεία υπήρχε σημαντική διαφοροποίηση Το αρχαιοελληνικό προσωπείο στο αρχαίο θέατρο ήταν πιο τυποποιημένο δηλ. συγκεκριμένο για άντρες και άλλο για γυναικείους ρόλους ανδρών, ενώ στον Προμηθέα (1927) οι ρόλοι μοιράστηκαν σε άντρες και γυναίκες που έφεραν μάσκα με ασάλευτα στοιχεία (παραπομπή στα Ελευσίνια Μυστήρια) εκτός από τις Ωκεανίδες οι οποίες στους χιτώνες τους φέρουν κεντήματα από τον ζωϊκό θαλάσσιο κόσμο.
Σχετικά με την διανομή, το 1927 για τους ρόλους χρησιμοποιήθηκαν ηθοποιοί του Εθνικού θεάτρου ενώ υπήρχε και ένα βουβό πρόσωπο αυτό της Βίας. Σκηνοθέτης ήταν ο μαθητής του Χριστομάνου, Πάνος Καλογεράκος ενώ στην αρχαιότητα το έργο δίδασκε ο ποιητής και ο χοροδιδάσκαλος.
Επιπλέον, ένα ακόμα σημείο κοινό με την αρχαία τραγωδία ήταν η ώρα λήξης (πριν δύσει ο ήλιος) αλλά διαφορετική ήταν η ώρα έναρξης (αυγή για το αρχαίο -γύρω στις 3 το μεσημέρι για τον Προμηθέα). Όσο για τον φωτισμό χρησιμοποιήθηκαν το απόγευμα στον Προμηθέα μόνο δάδες.
Ο ανδρικός χορός των Περσών (472 π.Χ) της πρώτης τραγωδίας που παρουσιάστηκε στο αρχαίο θέατρο αποδιδόταν από άντρες ενώ ο χορός στον Προμηθέα (1927) ήταν οι Ωκεανίδες (γυναίκες) στον οποίων τον λόγο και την κίνηση εισήχθησαν στοιχεία από το δημοτικό τραγούδι και την βυζαντινή μουσική, ενσωματώνοντας τότε «στην αρχαιότητα τον λαϊκό πολιτισμό».
Το μήνυμα που ο Σικελιανός προσπαθούσε ίσως μα μεταδώσει ήταν ότι ο Προμηθέας, αν και Θεός βασανίζεται -όπως και η Ελλάδα -. που μπορεί όμως με την πολιτιστική της κληρονομιά να σταθεί στα πόδια της και να μεγαλουργήσει. Ακόμα, η εν λόγω παράσταση ήταν μια παγκόσμια πρόσκληση για μια καινούργια ανάταση και συμφιλίωση και ειρήνη μεταξύ των λαών με εφαλτήριο το αρχαίο ελληνικό πνεύμα . Κατά την κορυφαία του χορού Κούλα Πράτσικα, οι Δελφικές γιορτές άνοιξαν τον δρόμο για την γενιά του ᾽30. Ο θεατρολόγος Δημήτρης Σπάθης ισχυρίστηκε πως ο αρχαίος πολιτισμός επέζησε μέσα στον νεότερο μέσω του λαϊκού πολιτισμού ο οποίος έμεινε ανόθευτος.
Εν κατακλείδι, στο πέρασμα του χρόνου το αρχαίο θέατρο εξελίχθηκε σε όλες του τις εκφάνσεις αλλά το Αρχαίο Ελληνικό Θέατρο υπάρχει αρχετυπικά σε όλα τα προαναφερθέντα και διατηρεί την αίγλη και το κύρος του διαχρονικά και τα μηνύματα από τα αρχαία κείμενα ή και τις μεταφράσεις τους του μεταφέρονται στον θεατή.
(Πηγές : Ταινία Αφών Γαζιώτη, Αρχείο ΕΡΤ, φωτογραφικό υλικό από το διαδίκτυο)