Το κάστρο της Λάρισας βρίσκεται στον ομώνυμο λόφο ύψους 289 μ. πάνω από την πόλη του Άργους. Λόγω της στρατηγικής του θέσης οικοδομήθηκε από τους προϊστορικούς χρόνους. Μέσα από τα τείχη του παρατηρείται η μακραίωνη πορεία του, η οποία ξεκινά από τη Μεσοελλαδική περίοδο και φτάνει ώς την Τουρκοκρατία και την Ενετοκρατία.

Έχει δύο περιβόλους, έναν ευρύτερο εξωτερικό και έναν μικρότερο εσωτερικό. Μέσα στον δεύτερο βρίσκονται ερείπια χριστιανικού ναού της Θεοτόκου που χρονολογείται τον 12ο αι. μ.Χ., τέσσερις δεξαμενές νερού και δύο αρχαίοι ναοί, ένας του Λαρισαίου Δία, πάνω στον οποίο κτίστηκε ο ναός της Αγ. Μαρίνας και ένας άλλος της Πολιάδος Αθηνάς. To 1992 χαρακτηρίστηκε διατηρητέο μνημείο και σήμερα στο χώρο διοργανώνονται πολιτιστικές εκδηλώσεις.

Στα δυτικά της αργολικής πεδιάδας, πάνω από την ιστορική πόλη του Άργους, στον ομώνυμο κωνικό λόφο ύψους 289 μέτρων, ορθώνεται επιβλητικό το κάστρο της Λάρισας. Η ονομασία του προήλθε από την κόρη του μυθικού Πελασγού, τη Λάρισα.

Μέσα από τα τείχη του προδίδεται η μακραίωνη ιστορία της πόλης, καθώς βρίσκουμε στοιχεία όλων των εποχών, από τη Μέση Εποχή του Χαλκού, την Ύστερη Αρχαϊκή (5ος-4ος αι π.Χ), τη Βυζαντινή, τη Φραγκική, την Τουρκοκρατία και την Ενετοκρατία. Η σημερινή μορφή του κάστρου χρονολογείται κυρίως στην Ύστερη Βυζαντινή και Φραγκική περίοδο με ορισμένες μεταγενέστερες προσθήκες.

Το κάστρο οικοδομήθηκε για πρώτη φορά γύρω στο 1800 π.Χ., όπως μαρτυρούν και οι ογκόλιθοι, απομεινάρια της κυκλώπειας τείχισης που συναντά κανείς σε ορισμένα σημεία της βάσης. Κατά τον 5ο και 6ο αι. π.Χ. οι Αργείοι επισκεύασαν τα τείχη και τα συμπλήρωσαν στα χνάρια των παλαιοτέρων. Στη Μεσοβυζαντινή περίοδο, το 10ο αι. μ.Χ. οικοδομήθηκε το μεσαιωνικό κάστρο. Οι επόμενοι κύριοι του κάστρου, Φράγκοι και Ενετοί από το 13ο έως τον 15ο αι. μ.Χ., προχώρησαν σε επιδιορθώσεις και προσθήκες. Τα τείχη της αρχαίας ακρόπολης αντικαταστάθηκαν με μεσαιωνικά και ανεγέρθηκαν νέα τείχη, που περιέκλειαν τα παλαιά. Έπειτα οι Τούρκοι άφησαν κι αυτοί τα ίχνη τους σε ορισμένες προσθήκες.

Το κάστρο έπαιξε σημαντικό ρόλο και στην επανάσταση του 1821. Το 1822, μετά την άφιξη του Δράμαλη στην πόλη, το κάστρο καταλήφθηκε από μια ομάδα 700 πολεμιστών με αρχηγό τον Δ. Υψηλάντη, που απασχόλησαν τις δυνάμεις του Δράμαλη, βοηθώντας τον Κολοκοτρώνη να μαζέψει στρατό. Στις 24 Ιουλίου όμως του ίδιου έτους μετά από αντιπερισπασμό το άφησαν, για να ακολουθήσει η νικηφόρα μάχη των Δερβενακίων.

Έχει δύο περιβόλους, τον ευρύτερο εξωτερικό μήκους 200 μέτρων και τον μικρότερο εσωτερικό μήκους 70 περίπου μέτρων. Ο Παυσανίας αναφέρει και οι αρχαιολογικές ανασκαφές επιβεβαιώνουν πως στον εσωτερικό περίβολο υπήρχαν 2 αρχαίοι ναοί, ένας αφιερωμένος στον Λαρισαίο Δία και ένας άλλος στην Πολιάδα Αθηνά. Πάνω στον πρώτο χτίστηκε το 1859 η εκκλησία της Αγίας Μαρίνας. Οι ανασκαφές που έγιναν στο χώρο από το 1906 ως το 1928 από τον Ολλανδό αρχαιολόγο Βόλγκραφ έφεραν στο φως και 4 δεξαμενές νερού αλλά και ερείπια χριστιανικού ναού της Παναγίας, χτισμένο από τον Επίσκοπο Άργους Νικήτα τον 12ο αι. (1166 μ.Χ.). Για την κατασκευή αυτού χρησιμοποιήθηκαν οικοδομικά υλικά της αρχαίας εποχής.

Το 1992 χαρακτηρίστηκε διατηρητέο μνημείο και σήμερα στο χώρο διοργανώνονται πολιτιστικές εκδηλώσεις. Η πρόσβαση στο κάστρο γίνεται μέσω κεντρικού δρόμου, που ξεκινά από την οδό Βασιλέως Κωνσταντίνου. Η θέα του μαγευτική, καθώς όλα τα κομμάτια του αργολικού κάμπου απλώνονται σαν παζλ στα μάτια του επισκέπτη.

Πηγή: larissanet.gr